Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2012

Στη χωματερή της Καμάρας

...του Ρίζου Καϊάφα

    Μέχρι το 2008 τον τόνο έδιναν τα κάθε είδους και ιδεολογικής απόχρωσης «εναλλακτικά» στέκια με τους φοιτητές, τους αριστεριστές, τους «αντιεξουσιαστές» θαμώνες τους. Τα μεγάλα επεισόδια εκείνου του Δεκέμβρη ήταν κατά κάποιο τρόπο το κύκνειο άσμα τους. Έκτοτε αποτραβήχτηκαν σε πιο απόμερα στενά χωρίς ωστόσο να εξαφανιστούν. Απλώς η ανθρωπογεωγραφία του κέντρου άλλαζε μαζί με την υπόλοιπη Θεσσαλονίκη.

 Ύστερα ήρθαν οι λαθρομετανάστες με τα cd, τα παπούτσια, τις τσάντες, τα κάθε λογής ηλεκτρονικά αξεσουάρ και τις ομπρέλες για τις βροχερές μέρες. Η περιοχή ανάμεσα στα απομεινάρια των τειχών στην Εθνικής Αμύνης, τη Ναυαρίνου, την Καμάρα και τη Ροτόντα μεταβλήθηκε και πάλι σε παζάρι λίγα μόνο χρόνια μετά την απομάκρυνση της λαϊκής αγοράς, αυτή τη φορά παράνομο.

Όμως τους τελευταίους μήνες συντελείται μια ακόμα πιο δραματική αλλαγή. Οι τοξικομανείς της πόλης μετακομίζουν στο πιο κεντρικό της σημείο, μπροστά στην Καμάρα. Δεν είναι μόνο αυτοί που σύχναζαν στον πεζόδρομο της Ναυαρίνου αλλά και πολλοί άλλοι που έρχονται από διάφορα, άγνωστα στον γράφοντα, σημεία. Έρχονται να καταλάβουν το χώρο που άφησαν οι θεσσαλονικείς φεύγοντας προς τα ανατολικά, μακριά από ένα κέντρο που παρακμάζει και τους θυμίζει τις χίλιες ανοικτές πληγές μιας εγκαταλειμμένης από καιρό πόλης.

Ιδιαίτερα τις καλοκαιρινές μέρες, με τους περισσότερους μόνιμους κατοίκους να απουσιάζουν
σε διακοπές, η περιοχή παρουσιάζει μια αλλοπρόσαλλη, θλιβερά σουρεαλιστική εικόνα. Η διακίνηση γίνεται μπροστά στους περαστικούς, τις παρέες που δίνουν τα ραντεβού τους στην Καμάρα και τους τουρίστες με τις φωτογραφικές μηχανές. Στους γύρω δρόμους τα βαποράκια έχουν πιάσει τα πόστα.Η αστυνομία βρίσκεται εδώ αλλά συνήθως κυνηγά τους λαθρομετανάστες. Κι όταν αποφασίζει να ασχοληθεί με το εμπόριο των ναρκωτικών, συνήθως εκτυλίσσεται το γνωστό κρυφτοκυνηγητό: μόλις οι αστυνομικοί φεύγουν έμποροι και βαποράκια επιστρέφουν.

Όσοι κάτοικοι έχουμε απομείνει βρισκόμαστε μάλλον σε αμηχανία. Πάντως ο φόβος είναι διάχυτος. Όταν ένα απόγευμα βρήκα στην πόρτα μου τον Γ. να κοιμάται βαριά, έχοντας πάρει προφανώς αρκετά χάπια ή κάτι παρόμοιο, κανείς δεν τολμούσε να πλησιάσει. «Δεν πρέπει να φωνάξουμε την αστυνομία αν δεν θέλουμε να γίνουμε στόχοι», μού είπε η κυρία του έκτου ψιθυρίζοντας. «Έχουν ρημάξει τα σπίτια στη γειτονιά και στην πολυκατοικία». Με τα χίλια ζόρια και τη βοήθεια ενός ηρωικού γείτονα τον ξυπνήσαμε και τον πήγαμε ως το ημιυπόγειο που χρησιμοποιεί περιστασιακά ως κατάλυμα.

Πείτε με αφελή αλλά εξακολουθώ να εξοργίζομαι από αυτή την παθητική σιωπή. Το κέντρο της Θεσσαλονίκης βαδίζει στα χνάρια των Αθηνών, γκετοποιείται μπροστά στα μάτια αρμοδίων και κατοίκων. Οι σκελετοί που τόσα χρόνια κρύβαμε στις ντουλάπες μας, η ανομία που ανεχόμασταν, τα σκουπίδια που θάβαμε κάτω από το χαλί, βγαίνουν τώρα στο φως και μας πνίγουν. Μη με παρεξηγήσετε, δεν εννοώ τους μετανάστες ούτε τους τοξικομανείς. Προπάντων εμάς τους ίδιους αντιμετωπίζουν σαν σκουπίδια και μας αφήνουν να σαπίσουμε. Η πόλη μας μεταβάλλεται σε χωματερή κι αν δεν αντιδράσουμε θα έρθουν πολύ χειρότερες μέρες. Αλλά τι λέω, μάλλον είμαι πολύ υπερβολικός. Όσο η ανάπλαση της παραλίας προχωράει κανονικά όλα βαίνουν καλώς…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου