Βρέχει συνέχεια, φτύνει είναι η πιο σωστή λέξη. Ιούλιος αλλά αυτή η
χώρα δεν έχει εποχές, ή μάλλον δεν έχει καλοκαίρι και φθινόπωρο. Από τα
άλλα έχει.
Πόσο πολύ επηρεάζει μια κατάσταση μηχανική και πεζή την όποια διάθεση για δημιουργικότητα και αισιοδοξία. Δουλειές υπάρχουν, αλλά πόσο αντέχεις κάπου που απλά δουλεύεις; Μια δικτατορία οικονομική έχουμε, και που δεν περίμενα ποτέ ότι θα την αντιμετωπίσω στα 24 μου χρόνια. ‘Μείνε εκεί, μην φύγεις, μην είσαι χαζή τώρα που έκανες την αρχή, τι να κάνεις πίσω μες στην μιζέρια’; Ελάτε εσείς εδώ να δείτε πόσο ξένος νιώθεις καθημερινά. Όχι πόσο ξένο σε αντιμετωπίζουν οι γύρω σου γιατί πλέον έχουν αρχίσει να συνηθίζουν τις ορδές ξένων να έρχονται προς αναζήτηση δουλειάς η πτυχίου. Αλλά πόσο ξένος νιώθεις εσύ με τις εικόνες, τις εμπειρίες, τους ανθρώπους. Γιατί μηχανικά όλα θα τα κάνεις, και δουλειά θα βρεις, και σπίτι θα νοικιάσεις, και τα ψώνια σου θα κάνεις, και με τους κατοίκους θα κοινωνικοποιηθείς. Αλλά τίποτα απ’ όλα αυτά δεν θα είναι αυτό που έχεις συνηθίσει και αυτό που νιώθεις κοντά σου.
Και εγώ ήμουν μια από αυτούς που έφυγε γιατί τη βαρέθηκα την Ελλάδα, με τη μικροαστικότητα, τη μιζέρια, την καθημερινότητα και όλα αυτά προτού η κρίση χτυπήσει δυνατά την πόρτα της. «Έξω» ήταν ωραία, διαφορετικά, οι άνθρωποι πιο ανοιχτόμυαλοι. Όσο περνάει ο καιρός όμως αρχίζω και μεταφράζω το ανοιχτόμυαλο με την απάθεια, το διαφορετικό με το ξένο και το ωραίο με το απρόσωπο. Δεν περίμενα ότι θα θέλω να γυρίσω πίσω και ότι δεν θα μπορώ. Πέντε από τους επτά φίλους μου είναι διάσπαρτοι σε Αγγλία, Αυστρία, Ιταλία, Γερμανία και μια ψάχνει δουλειά στο Κατάρ. Αν το άκουγα αυτό πριν 2 χρόνια θα έβαζα τα γέλια. Τώρα όμως απλά κουνάω το κεφάλι και της λέω: «Προσπάθησε το για λίγο να κρατήσεις κάποια χρήματα και μετά βλέπουμε».
Είκοσι τέσσερα και πιο ρεαλίστρια δεν γίνεται. Μέσα σε ένα χρόνο όλα τα όνειρα, τα πλάνα, τα σχέδια που δεν είχαν βάση ή πρόγραμμα έχουν αντικατασταθεί από ρεαλιστικά βήματα και συμβιβασμούς σύμφωνα πλέον με το «όπου δουλειά και πατρίς». Εμείς όμως είμαστε νέοι, θα τη βρούμε την άκρη μας, όμως οι γονείς μας, τα μεγάλα μας αδέρφια, οι παππούδες μας; Αυτούς είναι που κοιτάω και με πνίγει η αδικία… γιατί αυτό είναι. Αδικία που δεν υπάρχουν δουλειές, αδικία που δούλεψαν τόσα χρόνια και πάλι είναι στο μηδέν, αδικία που έκαναν μια αρχή και τώρα κοιτάνε το ταβάνι. Έλεος. Γιατί άλλη λέξη δεν βρίσκω. Στην Ελλάδα του 2012 δεν γίνεται να ζήσεις ως νέος με πτυχία και κυρίως την επιθυμία (απαίτηση;) να τα αξιοποιήσεις αυτά τα 6 χρόνια σπουδών και τα λεφτά που εσύ η οι γονείς σου επένδυσαν.
Και βγαίνεις "έξω" λοιπόν. Όπου τα φρούτα και τα λαχανικά μυρίζουν λάστιχο, το καλοκαίρι βρέχει κάθε μέρα, οι άνθρωποι ζουν για να δουλεύουν και που δεν ξέρεις τους γείτονες σου στο σπίτι που μένεις 6 μήνες. Ας μην αναφέρω για την αντιμετώπιση των Ελλήνων στην παρούσα φάση, και πόσες φορές είχα καταπιεί παπαγαλίστικα, από τα Μέσα, σχόλια. Μέχρι που αποφάσισα να απαντάω στην βορειοευρωπαϊκή προπαγάνδα. Και εκεί τελικά δεν είχαν κάτι να πουν. Αφού τα Μέσα τους δεν τους είπαν πώς να απαντήσουν.
Μεγάλωσα απότομα, από τα 23 στα 30 νιώθω. Αντί να σκέφτομαι την άδειά μου, τα μπάνια μου, σκέπτομαι τους γονείς μου και αν τα καταφέρνουν και φέτος, την αδερφή μου που είναι άνεργη, το φίλο μου που δεν βρίσκει δουλειά και το μόνιμο πλάκωμα στο στήθος μου. Όλη η Ευρώπη ακροβατεί στα όρια της κατάρρευσης, μιας κατάρρευσης που δε νομίζω ότι θα ζει η γενιά μου να τη δει. Παλιότερα όταν σκεφτόμουν το δικό μου μικρόκοσμο έβρισκα χαρά και αισιοδοξία. Τώρα ο μακρόκοσμος αλλά και ο μικρόκοσμος με γεμίζουν αγωνία και φόβο. Ποιος είναι υπεύθυνος, ποιος φταίει, πώς φτάσαμε ως εδώ -όλοι φαίνεται να ξέρουν την απάντηση στις μέρες μας. Εγώ πάλι ξέρω πως μου λείπει η ανεμελιά που είχα συνηθίσει και τώρα έχει αντικατασταθεί με μιζέρια, μου λείπει το σπίτι στο χωριό μου και η γιαγιά μου να ποτίζει τα λουλούδια, μου λείπουν βράδια καλοκαιριού με φίλους να πίνουμε μπύρες στην παραλία, μου λείπει να αράζουμε στο μπαλκόνι και να συζητάμε για μελλοντικά πλάνα, μου λείπει να είναι γιορτές, και να ετοιμάζουμε τραπέζι με τους γονείς μου και το σπίτι να γεμίζει μυρωδιές και ανθρώπους.
Αβέβαιο και άγνωστο το μέλλον, ακόμη πιο αβέβαιο το δικό μας μέλλον, των νέων. Αυτό που με κρατάει είναι μια εικόνα όπου θα είμαι στον ίδιο τόπο με τους δικούς μου, με μια κάποια ποιότητα ζωής και τη δυνατότητα να βρούμε δουλειά. Ακόμη και αν το τελευταίο δεν υπάρχει, θα ξέρω ότι θα μπορώ να είμαι στο χωριό μου και να ποτίζω τα λουλούδια μαζί με τη γιαγιά μου.. και επιτέλους μπορώ να σκάσω ένα χαμόγελο.
http://www.parallaximag.gr/content/%CE%B5%CE%B3%CF%8E-%CF%80%CE%AC%CE%BD%CF%84%CF%89%CF%82-%CE%BD%CE%B9%CF%8E%CE%B8%CF%89-%CE%BA%CF%81%CF%8D%CE%BF
Πόσο πολύ επηρεάζει μια κατάσταση μηχανική και πεζή την όποια διάθεση για δημιουργικότητα και αισιοδοξία. Δουλειές υπάρχουν, αλλά πόσο αντέχεις κάπου που απλά δουλεύεις; Μια δικτατορία οικονομική έχουμε, και που δεν περίμενα ποτέ ότι θα την αντιμετωπίσω στα 24 μου χρόνια. ‘Μείνε εκεί, μην φύγεις, μην είσαι χαζή τώρα που έκανες την αρχή, τι να κάνεις πίσω μες στην μιζέρια’; Ελάτε εσείς εδώ να δείτε πόσο ξένος νιώθεις καθημερινά. Όχι πόσο ξένο σε αντιμετωπίζουν οι γύρω σου γιατί πλέον έχουν αρχίσει να συνηθίζουν τις ορδές ξένων να έρχονται προς αναζήτηση δουλειάς η πτυχίου. Αλλά πόσο ξένος νιώθεις εσύ με τις εικόνες, τις εμπειρίες, τους ανθρώπους. Γιατί μηχανικά όλα θα τα κάνεις, και δουλειά θα βρεις, και σπίτι θα νοικιάσεις, και τα ψώνια σου θα κάνεις, και με τους κατοίκους θα κοινωνικοποιηθείς. Αλλά τίποτα απ’ όλα αυτά δεν θα είναι αυτό που έχεις συνηθίσει και αυτό που νιώθεις κοντά σου.
Και εγώ ήμουν μια από αυτούς που έφυγε γιατί τη βαρέθηκα την Ελλάδα, με τη μικροαστικότητα, τη μιζέρια, την καθημερινότητα και όλα αυτά προτού η κρίση χτυπήσει δυνατά την πόρτα της. «Έξω» ήταν ωραία, διαφορετικά, οι άνθρωποι πιο ανοιχτόμυαλοι. Όσο περνάει ο καιρός όμως αρχίζω και μεταφράζω το ανοιχτόμυαλο με την απάθεια, το διαφορετικό με το ξένο και το ωραίο με το απρόσωπο. Δεν περίμενα ότι θα θέλω να γυρίσω πίσω και ότι δεν θα μπορώ. Πέντε από τους επτά φίλους μου είναι διάσπαρτοι σε Αγγλία, Αυστρία, Ιταλία, Γερμανία και μια ψάχνει δουλειά στο Κατάρ. Αν το άκουγα αυτό πριν 2 χρόνια θα έβαζα τα γέλια. Τώρα όμως απλά κουνάω το κεφάλι και της λέω: «Προσπάθησε το για λίγο να κρατήσεις κάποια χρήματα και μετά βλέπουμε».
Είκοσι τέσσερα και πιο ρεαλίστρια δεν γίνεται. Μέσα σε ένα χρόνο όλα τα όνειρα, τα πλάνα, τα σχέδια που δεν είχαν βάση ή πρόγραμμα έχουν αντικατασταθεί από ρεαλιστικά βήματα και συμβιβασμούς σύμφωνα πλέον με το «όπου δουλειά και πατρίς». Εμείς όμως είμαστε νέοι, θα τη βρούμε την άκρη μας, όμως οι γονείς μας, τα μεγάλα μας αδέρφια, οι παππούδες μας; Αυτούς είναι που κοιτάω και με πνίγει η αδικία… γιατί αυτό είναι. Αδικία που δεν υπάρχουν δουλειές, αδικία που δούλεψαν τόσα χρόνια και πάλι είναι στο μηδέν, αδικία που έκαναν μια αρχή και τώρα κοιτάνε το ταβάνι. Έλεος. Γιατί άλλη λέξη δεν βρίσκω. Στην Ελλάδα του 2012 δεν γίνεται να ζήσεις ως νέος με πτυχία και κυρίως την επιθυμία (απαίτηση;) να τα αξιοποιήσεις αυτά τα 6 χρόνια σπουδών και τα λεφτά που εσύ η οι γονείς σου επένδυσαν.
Και βγαίνεις "έξω" λοιπόν. Όπου τα φρούτα και τα λαχανικά μυρίζουν λάστιχο, το καλοκαίρι βρέχει κάθε μέρα, οι άνθρωποι ζουν για να δουλεύουν και που δεν ξέρεις τους γείτονες σου στο σπίτι που μένεις 6 μήνες. Ας μην αναφέρω για την αντιμετώπιση των Ελλήνων στην παρούσα φάση, και πόσες φορές είχα καταπιεί παπαγαλίστικα, από τα Μέσα, σχόλια. Μέχρι που αποφάσισα να απαντάω στην βορειοευρωπαϊκή προπαγάνδα. Και εκεί τελικά δεν είχαν κάτι να πουν. Αφού τα Μέσα τους δεν τους είπαν πώς να απαντήσουν.
Μεγάλωσα απότομα, από τα 23 στα 30 νιώθω. Αντί να σκέφτομαι την άδειά μου, τα μπάνια μου, σκέπτομαι τους γονείς μου και αν τα καταφέρνουν και φέτος, την αδερφή μου που είναι άνεργη, το φίλο μου που δεν βρίσκει δουλειά και το μόνιμο πλάκωμα στο στήθος μου. Όλη η Ευρώπη ακροβατεί στα όρια της κατάρρευσης, μιας κατάρρευσης που δε νομίζω ότι θα ζει η γενιά μου να τη δει. Παλιότερα όταν σκεφτόμουν το δικό μου μικρόκοσμο έβρισκα χαρά και αισιοδοξία. Τώρα ο μακρόκοσμος αλλά και ο μικρόκοσμος με γεμίζουν αγωνία και φόβο. Ποιος είναι υπεύθυνος, ποιος φταίει, πώς φτάσαμε ως εδώ -όλοι φαίνεται να ξέρουν την απάντηση στις μέρες μας. Εγώ πάλι ξέρω πως μου λείπει η ανεμελιά που είχα συνηθίσει και τώρα έχει αντικατασταθεί με μιζέρια, μου λείπει το σπίτι στο χωριό μου και η γιαγιά μου να ποτίζει τα λουλούδια, μου λείπουν βράδια καλοκαιριού με φίλους να πίνουμε μπύρες στην παραλία, μου λείπει να αράζουμε στο μπαλκόνι και να συζητάμε για μελλοντικά πλάνα, μου λείπει να είναι γιορτές, και να ετοιμάζουμε τραπέζι με τους γονείς μου και το σπίτι να γεμίζει μυρωδιές και ανθρώπους.
Αβέβαιο και άγνωστο το μέλλον, ακόμη πιο αβέβαιο το δικό μας μέλλον, των νέων. Αυτό που με κρατάει είναι μια εικόνα όπου θα είμαι στον ίδιο τόπο με τους δικούς μου, με μια κάποια ποιότητα ζωής και τη δυνατότητα να βρούμε δουλειά. Ακόμη και αν το τελευταίο δεν υπάρχει, θα ξέρω ότι θα μπορώ να είμαι στο χωριό μου και να ποτίζω τα λουλούδια μαζί με τη γιαγιά μου.. και επιτέλους μπορώ να σκάσω ένα χαμόγελο.
http://www.parallaximag.gr/content/%CE%B5%CE%B3%CF%8E-%CF%80%CE%AC%CE%BD%CF%84%CF%89%CF%82-%CE%BD%CE%B9%CF%8E%CE%B8%CF%89-%CE%BA%CF%81%CF%8D%CE%BF
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου