....του Ραφαήλ Παπαδόπουλου
Με αφορμή μια πρόσφατη σχετική συζήτηση με έναν καλό μου φίλο, και τις έντονες αναμνήσεις που μου άφησε, θέλησα να καταγράψω και να μοιραστώ τις σκέψεις μου πάνω σε ένα διαχρονικό όσο και αμφιλεγόμενο θέμα: Ποιος είναι ο ρόλος του έρωτα στην ανθρώπινη ζωή, και πως επηρεάζει τον εκάστοτε πολιτισμό και τις αξίες μιας κοινωνίας; Και ακόμη παρά πέρα: ευσταθεί ο διαχωρισμός ανάμεσα στον «αγνό» και τον «χυδαίο» έρωτα, και αν ναι, με βάση ποια κριτήρια; Ποιος καθορίζει αυτά τα κριτήρια; Είναι διαχρονικά και αναλλοίωτα, ή μήπως όχι;
Όλα αυτά τα ερωτήματα απασχολούν την ανθρωπότητα από αρχαιοτάτων χρόνων, και έχουν δοθεί πολύ διαφορετικές απαντήσεις, αφού είναι αδύνατο να υπάρξει καθολική συναίνεση, δεδομένης της προσωπικής φύσης των ερωτικών επιλογών. Οι δικές μου προσωπικές(και άρα συζητήσιμες και ανατρέψιμες) απόψεις για τον έρωτα, έχουν διαμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό από τις εμπειρίες και συζητήσεις σχετικές με μια ευρέως διαδεδομένη και αμφιλεγόμενη μορφή ερωτικών σχέσεων: τον αγοραίο έρωτα. Ο αγοραίος έρωτας αποτελεί για μένα την ιδανική αφορμή έκφρασης των απόψεών μου.
Κατ’ αρχάς, τι είναι ο έρωτας; Αν το δούμε από στενά βιολογική- εργαλειακή σκοπιά, οι ερωτικές σχέσεις είναι ο μηχανισμός που παρέχει η φύση στο ανθρώπινο είδος, προκειμένου αυτό να διαιωνιστεί. Αν δεχτούμε λοιπόν ως αποκλειστικό σκοπό του έρωτα, την γέννηση και την ανατροφή παιδιών στα πλαίσια της οικογένειας, όπως π.χ διατείνονται οι μονοθεϊστικές θρησκείες, τότε η απάντηση είναι απλή: Ο έρωτας από μόνος του δεν έχει καμία συναισθηματική αξία, οι σχέσεις είναι αποκλειστικά ετεροφυλοφιλικές, και μάλιστα μόνο στα πλαίσια του γάμου, ενώ οι ρόλοι του άνδρα και της γυναίκας είναι αυστηρά καθορισμένοι και αμετάβλητοι: η γυναίκα μεγαλώνει τα παιδιά εντός σπιτιού, και ο άνδρας εργάζεται και συντηρεί οικονομικά την οικογένεια. Πολλές φορές, η συνύπαρξη αυτή ρουτινοποιείται, προκύπτουν εγωισμοί και διαφωνίες, με αποτέλεσμα να εκλείπει κάθε είδους συναισθηματικός δεσμός άνδρα-γυναίκας, και η σχέση τους να υποβιβάζεται σε απλή σύμβαση, από την οποία αρνούνται ή φοβούνται να αποδεσμευτούν για διάφορους λόγους(οικονομικούς, ασφάλειας κτλ). Εξ’ ου και η φράση «ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα». Βεβαίως, το πρότυπο της παραδοσιακής πυρηνικής οικογένειας απορρίπτει να στηλιτεύει ηθικά κάθε ερωτική σχέση που διαφεύγει από τα κριτήριά του, ως «χυδαία» και «προβληματική»(ομοφυλοφιλία, συμβίωση εκτός γάμου, αγοραίος έρωτας κτλ).
Ωστόσο, στις μέρες μας είναι πλέον κοινός τόπος, ότι αυτή η «βιολογική- εργαλειακή» αντίληψη του έρωτα, ως απλού μηχανισμού αναπαραγωγής, έχει καταπέσει, και το μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας διέρχεται σοβαρή κρίση, κυρίως λόγω της εισόδου των γυναικών στην αγορά εργασίας, και της εξάπλωσης εναλλακτικών μορφών συμβίωσης(μονογονεικές οικογένειες, σύμφωνα συμβίωσης κτλ), που δεν θέτουν απαραίτητα στο επίκεντρο την γέννηση και την ανατροφή παιδιών. Αυτές οι κοινωνικές εξελίξεις, δίνουν ξανά στις ερωτικές σχέσεις την κεντρική σημασία και την αυτονομία που τους αρμόζει. Πλέον, οι ερωτικές σχέσεις μπορούν να νοηθούν ως κάτι το τελείως ξεχωριστό από την οικογένεια, και πηγάζουν από πολλές ανθρώπινες ανάγκες άσχετες με αυτήν, όπως η σαρκική ηδονή, η διασκέδαση, η αναζήτηση κοινών στόχων και ενδιαφερόντων, και άλλες. Οι ερωτικές σχέσεις δεν είναι πια κοινωνικό καθήκον με συγκεκριμένο στόχο, αλλά ελεύθερη επιλογή, με πολλές διαφορετικές μορφές, που καθορίζονται από τις αξίες και τις ανάγκες του καθένα ξεχωριστά ως ατόμου. Στα πλαίσια αυτά, ο αγοραίος έρωτας, όχι μόνο δεν θα πρέπει να στιγματίζεται ως «χυδαίος» και «αφύσικος», αλλά θα πρέπει να κατέχει μια ισότιμη και σεβαστή θέση μεταξύ των μορφών ερωτικής σχέσης, δεδομένου ότι είναι αυτός που ικανοποιεί την σαρκική επιθυμία, η οποία είναι αρχέγονη και φυσική ανάγκη του ανθρώπου, εξίσου φυσική με το νερό και την τροφή.
Όλα αυτά συνδέονται άμεσα με το δεύτερο και πιο κρίσιμο ερώτημα, που έθεσα προηγουμένως: υπάρχουν κάποια αντικειμενικά κριτήρια με βάση τα οποία μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε κάποιες ερωτικές σχέσεις ως «αγνές» και «αυθεντικές», και άλλες ως «χυδαίες». Προφανώς και όχι, αφού, όπως είπαμε και πριν, κάθε μορφή ερωτικής σχέσης καλύπτει διαφορετικές ανάγκες, και άρα κρίνεται με διαφορετικό τρόπο(γι αυτό και θα ήταν ανόητο, παραδείγματος χάριν, να κρίνουμε τα ζευγάρια ομοφυλοφίλων με βάση αδυναμία τους να τεκνοποιήσουν). Παρομοίως, η συνήθης κατηγορία κατά του αγοραίου έρωτα, ότι δήθεν «διαστρεβλώνει», «εκχυδαΐζει » και «εμπορευματοποιεί», τον «αγνό» και «συναισθηματικό» έρωτα, είναι από υποκριτική και αφελής ως γελοία και ανήθικη. Κι αυτό για τον απλούστατο λόγο, ότι ένας τέτοιος «αυθεντικός και πλήρως συναισθηματικός έρωτας» είναι μια ευγενής, αλλά ρομαντική και ουτοπική φαντασίωση. Ο έρωτας, από τη φύση του, πηγάζει από τη σαρκική επιθυμία, και δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτήν. Κάθε είδους ερωτική εξιδανίκευση προκύπτει από τη σωματική έλξη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι περιορίζεται απαραίτητα μόνο σε αυτήν. Κατά συνέπεια, ο αγοραίος έρωτας, που προσφέρει το σεξ αυτό καθαυτό, χωρίς άλλους συναισθηματικούς δεσμούς, όχι μόνο δεν αποτελεί «παρέκκλιση» και «εκχυδαϊσμό» του έρωτα, αλλά αντιθέτως, τον εξυψώνει, αναδεικνύοντας την πλέον φυσική και θεμελιακή μορφή του, το ένστικτο το οποίο τον γεννάει.
Όσον αφορά στην κατηγορία περί «εμπορευματοποίησης», που απευθύνεται στον αγοραίο έρωτα και τις γυναίκες που τον εξασκούν, καταρρίπτεται με την εξής απλή (ρητορική) ερώτηση: Υπάρχει κάποια ουσιώδης διαφορά μεταξύ του επαγγέλματος της ιερόδουλης, και του δημοσίου υπαλλήλου ή του εργαζόμενου στον ιδιωτικό τομέα; Φυσικά όχι! Όλοι αυτοί, εμπορευματοποιούν διαφορετικά αγαθά, και τα καθιστούν αντικείμενο συναλλαγής. Ο δάσκαλος ή ο καθηγητής, σε δημόσιο σχολείο ή φροντιστήριο, μισθώνει στο κράτος ή σε κάποιον ιδιωτικό φορέα, την ικανότητά του να μεταδίδει γνώση. Αντίστοιχα, οι ιερόδουλες μισθώνουν στους πελάτες τους σεξουαλική ηδονή που τους προσφέρουν. Και τα δύο αυτά αγαθά είναι εξίσου κρίσιμα για την κοινωνική πρόοδο και συνοχή(αφού ο άνθρωπος είναι ταυτοχρόνως σώμα και πνεύμα), και παρέχονται με τους ίδιους όρους. Δεν έχω ακούσει όμως κανέναν από όσους επικρίνουν με τόσο πάθος την «εμπορευματοποίηση του έρωτα», να μιλάει για εμπορευματοποίηση της υγείας, της παιδείας κτλ. Γιατί άραγε; Υποκρισία; Ανοησία; Διαλέγετε και παίρνετε.
Επιπλέον, πιστεύω ακράδαντα, κι ας ακουστεί σε ορισμένους προκλητικό, ότι η σχέση πελάτη- ιερόδουλης είναι η πιο έντιμη και σταθερή ανθρώπινη σχέση που υπάρχει, επαγγελματική ή προσωπική. Και εξηγούμαι: είναι η μοναδική σχέση στην οποία, ακριβώς λόγω της φύσης της, οι εμπλεκόμενοι μπορούν να είναι εκ των προτέρων βέβαιοι ότι λαμβάνουν κάτι αντάξιο αυτού που προσφέρουν, και αμφότεροι βγαίνουν κερδισμένοι. Στη σχέση αυτή, δεν έχουν θέση ανθρώπινες αδυναμίες, όπως εγωισμός, το ψέμα, η συναισθηματική εκμετάλλευση, που πολύ συχνά πληγώνουν και απογοητεύουν τους ανθρώπους, όπως στις άλλες ερωτικές σχέσεις. Ούτε εμπεριέχεται η απληστία, η κοινωνική αδικία και ανισορροπία των επαγγελματικών σχέσεων, όπως π.χ τα εξοργιστικά παχυλά μπόνους που λαμβάνουν διευθυντικά στελέχη τραπεζών και άλλων επιχειρήσεων, έχοντας οδηγήσει τις επιχειρήσεις αυτές στην χρεοκοπία, και τους υπαλλήλους τους στην ανεργία. Είναι άλλωστε ενδεικτικό, ότι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, τους οποίους επικαλούμαστε όποτε μας βολεύει, για να καλύψουμε τις ανασφάλειες και τα αδιέξοδά μας ως κοινωνία(όπως σήμερα), είχαν τιμήσει δεόντως την κοινωνική προσφορά των εταίρων, των ιεροδούλων της εποχής, σε σημείο ώστε αυτές να θεωρούνται ιερά πρόσωπα, υπηρέτριες της θεάς Αφροδίτης, και να παρευρίσκονται ισότιμα σε βασιλικά και φιλοσοφικά συμπόσια. Να μην αναφερθώ βέβαια και στην πλήρη κοινωνική αποδοχή της ομοφυλοφιλίας, φαινομένου που σήμερα στιγματίζεται επίσης ως «αφύσικο». Εμείς όμως θέλουμε να μνημονεύουμε μονάχα την δόξα των Σπαρτιατών του Λεωνίδα, που πετούσαν τα παιδιά με αναπηρία στον Καιάδα, ή τις στρατιωτικές επιτυχίες του Περικλή και του Αλέξανδρου, που στηρίχτηκαν σε μαζικές λεηλασίες και σφαγές αμάχων, και στην στυγνή εκμετάλλευση των δούλων. Μωρέ μπράβο πρότυπα!
Μα, θα πει κάποιος, πως μπορείς να παραβλέπεις ότι ο αγοραίος έρωτας έχει και πολύ σκοτεινές πλευρές, και ότι πολλές από αυτές τις γυναίκες είναι θύματα εκβιασμού και εκμετάλλευσης κυκλωμάτων εμπορίας λευκής σαρκός; Δεν το παραβλέπω καθόλου. Και απαντώ: αφού παραδεχόμαστε ότι πολλές ιερόδουλες είναι θύματα εκμετάλλευσης, ας τους δώσουμε, ως κοινωνία, φωνή να ακουστούν, να διεκδικήσουν λύσεις για τα προβλήματά τους, να μας γνωρίσουν και να τις γνωρίσουμε, και ας πάψουμε, πολλοί από εμάς, να τις στοχοποιούμε και να τις αντιμετωπίζουμε με οίκτο ή και περιφρόνηση, την ίδια ώρα που καταφεύγουμε στις υπηρεσίες τους. Έτσι ώστε να μην μπορέσει στο μέλλον κανένας να τις χαρακτηρίσει «υγειονομική βόμβα», και να εκμεταλλευτεί την αδυναμία τους, διαπομπεύοντας τες δημόσια, βορά στον κοινωνικό κανιβαλισμό, όπως έκανε πρόσφατα αρμόδιος υπουργός, προκειμένου να συγκαλύψει τις τεράστιες ευθύνες του στο θέμα της δημόσιας υγείας. Ας σκεφτούμε λογικά και με ευαισθησία, και την επόμενη φορά που θα τολμήσει κάποιος να χρησιμοποιήσει τις κοπέλες αυτές, ή οποιονδήποτε άλλον, ως αποδιοπομπαίους τράγους για αντίστοιχα προβλήματα, με κορώνες και ηθικοπλαστικά κηρύγματα, ας του υπενθυμίσουμε ότι οι ιερόδουλες είναι πολύ πιο έντιμες από τον ίδιο, που τις κρίνει εκ του ασφαλούς, κι ας τον ρωτήσουμε τι έκανε αυτός για να πολεμήσει όσους τις εκμεταλλεύονται, και για να αποκτήσουν κάποιες από αυτές, αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης. Και, ας φωνάξουμε όλοι με ένα στόμα: «Πουτάνα ηθική!»…
Όλα αυτά τα ερωτήματα απασχολούν την ανθρωπότητα από αρχαιοτάτων χρόνων, και έχουν δοθεί πολύ διαφορετικές απαντήσεις, αφού είναι αδύνατο να υπάρξει καθολική συναίνεση, δεδομένης της προσωπικής φύσης των ερωτικών επιλογών. Οι δικές μου προσωπικές(και άρα συζητήσιμες και ανατρέψιμες) απόψεις για τον έρωτα, έχουν διαμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό από τις εμπειρίες και συζητήσεις σχετικές με μια ευρέως διαδεδομένη και αμφιλεγόμενη μορφή ερωτικών σχέσεων: τον αγοραίο έρωτα. Ο αγοραίος έρωτας αποτελεί για μένα την ιδανική αφορμή έκφρασης των απόψεών μου.
Κατ’ αρχάς, τι είναι ο έρωτας; Αν το δούμε από στενά βιολογική- εργαλειακή σκοπιά, οι ερωτικές σχέσεις είναι ο μηχανισμός που παρέχει η φύση στο ανθρώπινο είδος, προκειμένου αυτό να διαιωνιστεί. Αν δεχτούμε λοιπόν ως αποκλειστικό σκοπό του έρωτα, την γέννηση και την ανατροφή παιδιών στα πλαίσια της οικογένειας, όπως π.χ διατείνονται οι μονοθεϊστικές θρησκείες, τότε η απάντηση είναι απλή: Ο έρωτας από μόνος του δεν έχει καμία συναισθηματική αξία, οι σχέσεις είναι αποκλειστικά ετεροφυλοφιλικές, και μάλιστα μόνο στα πλαίσια του γάμου, ενώ οι ρόλοι του άνδρα και της γυναίκας είναι αυστηρά καθορισμένοι και αμετάβλητοι: η γυναίκα μεγαλώνει τα παιδιά εντός σπιτιού, και ο άνδρας εργάζεται και συντηρεί οικονομικά την οικογένεια. Πολλές φορές, η συνύπαρξη αυτή ρουτινοποιείται, προκύπτουν εγωισμοί και διαφωνίες, με αποτέλεσμα να εκλείπει κάθε είδους συναισθηματικός δεσμός άνδρα-γυναίκας, και η σχέση τους να υποβιβάζεται σε απλή σύμβαση, από την οποία αρνούνται ή φοβούνται να αποδεσμευτούν για διάφορους λόγους(οικονομικούς, ασφάλειας κτλ). Εξ’ ου και η φράση «ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα». Βεβαίως, το πρότυπο της παραδοσιακής πυρηνικής οικογένειας απορρίπτει να στηλιτεύει ηθικά κάθε ερωτική σχέση που διαφεύγει από τα κριτήριά του, ως «χυδαία» και «προβληματική»(ομοφυλοφιλία, συμβίωση εκτός γάμου, αγοραίος έρωτας κτλ).
Ωστόσο, στις μέρες μας είναι πλέον κοινός τόπος, ότι αυτή η «βιολογική- εργαλειακή» αντίληψη του έρωτα, ως απλού μηχανισμού αναπαραγωγής, έχει καταπέσει, και το μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας διέρχεται σοβαρή κρίση, κυρίως λόγω της εισόδου των γυναικών στην αγορά εργασίας, και της εξάπλωσης εναλλακτικών μορφών συμβίωσης(μονογονεικές οικογένειες, σύμφωνα συμβίωσης κτλ), που δεν θέτουν απαραίτητα στο επίκεντρο την γέννηση και την ανατροφή παιδιών. Αυτές οι κοινωνικές εξελίξεις, δίνουν ξανά στις ερωτικές σχέσεις την κεντρική σημασία και την αυτονομία που τους αρμόζει. Πλέον, οι ερωτικές σχέσεις μπορούν να νοηθούν ως κάτι το τελείως ξεχωριστό από την οικογένεια, και πηγάζουν από πολλές ανθρώπινες ανάγκες άσχετες με αυτήν, όπως η σαρκική ηδονή, η διασκέδαση, η αναζήτηση κοινών στόχων και ενδιαφερόντων, και άλλες. Οι ερωτικές σχέσεις δεν είναι πια κοινωνικό καθήκον με συγκεκριμένο στόχο, αλλά ελεύθερη επιλογή, με πολλές διαφορετικές μορφές, που καθορίζονται από τις αξίες και τις ανάγκες του καθένα ξεχωριστά ως ατόμου. Στα πλαίσια αυτά, ο αγοραίος έρωτας, όχι μόνο δεν θα πρέπει να στιγματίζεται ως «χυδαίος» και «αφύσικος», αλλά θα πρέπει να κατέχει μια ισότιμη και σεβαστή θέση μεταξύ των μορφών ερωτικής σχέσης, δεδομένου ότι είναι αυτός που ικανοποιεί την σαρκική επιθυμία, η οποία είναι αρχέγονη και φυσική ανάγκη του ανθρώπου, εξίσου φυσική με το νερό και την τροφή.
Όλα αυτά συνδέονται άμεσα με το δεύτερο και πιο κρίσιμο ερώτημα, που έθεσα προηγουμένως: υπάρχουν κάποια αντικειμενικά κριτήρια με βάση τα οποία μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε κάποιες ερωτικές σχέσεις ως «αγνές» και «αυθεντικές», και άλλες ως «χυδαίες». Προφανώς και όχι, αφού, όπως είπαμε και πριν, κάθε μορφή ερωτικής σχέσης καλύπτει διαφορετικές ανάγκες, και άρα κρίνεται με διαφορετικό τρόπο(γι αυτό και θα ήταν ανόητο, παραδείγματος χάριν, να κρίνουμε τα ζευγάρια ομοφυλοφίλων με βάση αδυναμία τους να τεκνοποιήσουν). Παρομοίως, η συνήθης κατηγορία κατά του αγοραίου έρωτα, ότι δήθεν «διαστρεβλώνει», «εκχυδαΐζει » και «εμπορευματοποιεί», τον «αγνό» και «συναισθηματικό» έρωτα, είναι από υποκριτική και αφελής ως γελοία και ανήθικη. Κι αυτό για τον απλούστατο λόγο, ότι ένας τέτοιος «αυθεντικός και πλήρως συναισθηματικός έρωτας» είναι μια ευγενής, αλλά ρομαντική και ουτοπική φαντασίωση. Ο έρωτας, από τη φύση του, πηγάζει από τη σαρκική επιθυμία, και δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτήν. Κάθε είδους ερωτική εξιδανίκευση προκύπτει από τη σωματική έλξη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι περιορίζεται απαραίτητα μόνο σε αυτήν. Κατά συνέπεια, ο αγοραίος έρωτας, που προσφέρει το σεξ αυτό καθαυτό, χωρίς άλλους συναισθηματικούς δεσμούς, όχι μόνο δεν αποτελεί «παρέκκλιση» και «εκχυδαϊσμό» του έρωτα, αλλά αντιθέτως, τον εξυψώνει, αναδεικνύοντας την πλέον φυσική και θεμελιακή μορφή του, το ένστικτο το οποίο τον γεννάει.
Όσον αφορά στην κατηγορία περί «εμπορευματοποίησης», που απευθύνεται στον αγοραίο έρωτα και τις γυναίκες που τον εξασκούν, καταρρίπτεται με την εξής απλή (ρητορική) ερώτηση: Υπάρχει κάποια ουσιώδης διαφορά μεταξύ του επαγγέλματος της ιερόδουλης, και του δημοσίου υπαλλήλου ή του εργαζόμενου στον ιδιωτικό τομέα; Φυσικά όχι! Όλοι αυτοί, εμπορευματοποιούν διαφορετικά αγαθά, και τα καθιστούν αντικείμενο συναλλαγής. Ο δάσκαλος ή ο καθηγητής, σε δημόσιο σχολείο ή φροντιστήριο, μισθώνει στο κράτος ή σε κάποιον ιδιωτικό φορέα, την ικανότητά του να μεταδίδει γνώση. Αντίστοιχα, οι ιερόδουλες μισθώνουν στους πελάτες τους σεξουαλική ηδονή που τους προσφέρουν. Και τα δύο αυτά αγαθά είναι εξίσου κρίσιμα για την κοινωνική πρόοδο και συνοχή(αφού ο άνθρωπος είναι ταυτοχρόνως σώμα και πνεύμα), και παρέχονται με τους ίδιους όρους. Δεν έχω ακούσει όμως κανέναν από όσους επικρίνουν με τόσο πάθος την «εμπορευματοποίηση του έρωτα», να μιλάει για εμπορευματοποίηση της υγείας, της παιδείας κτλ. Γιατί άραγε; Υποκρισία; Ανοησία; Διαλέγετε και παίρνετε.
Επιπλέον, πιστεύω ακράδαντα, κι ας ακουστεί σε ορισμένους προκλητικό, ότι η σχέση πελάτη- ιερόδουλης είναι η πιο έντιμη και σταθερή ανθρώπινη σχέση που υπάρχει, επαγγελματική ή προσωπική. Και εξηγούμαι: είναι η μοναδική σχέση στην οποία, ακριβώς λόγω της φύσης της, οι εμπλεκόμενοι μπορούν να είναι εκ των προτέρων βέβαιοι ότι λαμβάνουν κάτι αντάξιο αυτού που προσφέρουν, και αμφότεροι βγαίνουν κερδισμένοι. Στη σχέση αυτή, δεν έχουν θέση ανθρώπινες αδυναμίες, όπως εγωισμός, το ψέμα, η συναισθηματική εκμετάλλευση, που πολύ συχνά πληγώνουν και απογοητεύουν τους ανθρώπους, όπως στις άλλες ερωτικές σχέσεις. Ούτε εμπεριέχεται η απληστία, η κοινωνική αδικία και ανισορροπία των επαγγελματικών σχέσεων, όπως π.χ τα εξοργιστικά παχυλά μπόνους που λαμβάνουν διευθυντικά στελέχη τραπεζών και άλλων επιχειρήσεων, έχοντας οδηγήσει τις επιχειρήσεις αυτές στην χρεοκοπία, και τους υπαλλήλους τους στην ανεργία. Είναι άλλωστε ενδεικτικό, ότι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, τους οποίους επικαλούμαστε όποτε μας βολεύει, για να καλύψουμε τις ανασφάλειες και τα αδιέξοδά μας ως κοινωνία(όπως σήμερα), είχαν τιμήσει δεόντως την κοινωνική προσφορά των εταίρων, των ιεροδούλων της εποχής, σε σημείο ώστε αυτές να θεωρούνται ιερά πρόσωπα, υπηρέτριες της θεάς Αφροδίτης, και να παρευρίσκονται ισότιμα σε βασιλικά και φιλοσοφικά συμπόσια. Να μην αναφερθώ βέβαια και στην πλήρη κοινωνική αποδοχή της ομοφυλοφιλίας, φαινομένου που σήμερα στιγματίζεται επίσης ως «αφύσικο». Εμείς όμως θέλουμε να μνημονεύουμε μονάχα την δόξα των Σπαρτιατών του Λεωνίδα, που πετούσαν τα παιδιά με αναπηρία στον Καιάδα, ή τις στρατιωτικές επιτυχίες του Περικλή και του Αλέξανδρου, που στηρίχτηκαν σε μαζικές λεηλασίες και σφαγές αμάχων, και στην στυγνή εκμετάλλευση των δούλων. Μωρέ μπράβο πρότυπα!
Μα, θα πει κάποιος, πως μπορείς να παραβλέπεις ότι ο αγοραίος έρωτας έχει και πολύ σκοτεινές πλευρές, και ότι πολλές από αυτές τις γυναίκες είναι θύματα εκβιασμού και εκμετάλλευσης κυκλωμάτων εμπορίας λευκής σαρκός; Δεν το παραβλέπω καθόλου. Και απαντώ: αφού παραδεχόμαστε ότι πολλές ιερόδουλες είναι θύματα εκμετάλλευσης, ας τους δώσουμε, ως κοινωνία, φωνή να ακουστούν, να διεκδικήσουν λύσεις για τα προβλήματά τους, να μας γνωρίσουν και να τις γνωρίσουμε, και ας πάψουμε, πολλοί από εμάς, να τις στοχοποιούμε και να τις αντιμετωπίζουμε με οίκτο ή και περιφρόνηση, την ίδια ώρα που καταφεύγουμε στις υπηρεσίες τους. Έτσι ώστε να μην μπορέσει στο μέλλον κανένας να τις χαρακτηρίσει «υγειονομική βόμβα», και να εκμεταλλευτεί την αδυναμία τους, διαπομπεύοντας τες δημόσια, βορά στον κοινωνικό κανιβαλισμό, όπως έκανε πρόσφατα αρμόδιος υπουργός, προκειμένου να συγκαλύψει τις τεράστιες ευθύνες του στο θέμα της δημόσιας υγείας. Ας σκεφτούμε λογικά και με ευαισθησία, και την επόμενη φορά που θα τολμήσει κάποιος να χρησιμοποιήσει τις κοπέλες αυτές, ή οποιονδήποτε άλλον, ως αποδιοπομπαίους τράγους για αντίστοιχα προβλήματα, με κορώνες και ηθικοπλαστικά κηρύγματα, ας του υπενθυμίσουμε ότι οι ιερόδουλες είναι πολύ πιο έντιμες από τον ίδιο, που τις κρίνει εκ του ασφαλούς, κι ας τον ρωτήσουμε τι έκανε αυτός για να πολεμήσει όσους τις εκμεταλλεύονται, και για να αποκτήσουν κάποιες από αυτές, αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης. Και, ας φωνάξουμε όλοι με ένα στόμα: «Πουτάνα ηθική!»…
Το άρθρο σου είναι πολύ εύστοχο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔες το και από την άλλη. Αν δεν υπήρχαν πόρνες η βία θα ήταν φαινόμενο συχνότατο. Λειτούργημα επιτελούν!
Ωραίο!
ΑπάντησηΔιαγραφή