Το πρωί στο αυτοκίνητο το cd κολλάει. Πατάω το επόμενο, το
παραεπόμενο αλλά δεν παίζει τίποτα. Βάζω ραδιόφωνο. Ακούγεται το σημείο
που λέει «το καραβάνι τρέχει μες στη σκόνη». Δυναμώνω.
Αμέσως μετά την ώρα που εκφέρεται ο στίχος «πώς να ημερέψει ο νους μ’ ένα σεντόνι» η ένταση χαμηλώνει μόνη της. Ακούγεται ο Βερύκιος που λέει: «και να θυμάστε οι Έλληνες που πήγαν στην Αυστραλία και την Αμερική δούλεψαν σκληρά, αν είχαν μείνει εδώ στο ραχάτι και τον καφέ..». Η μουσική ξαναδυναμώνει. Ύστερα, ο Βερύκιος ξανά: «και στην Αμερική να ξέρετε, τα κυριακάτικα ψώνια είναι χαρά, είναι οικογενειακή υπόθεση». Το τραγούδι έχει γίνει χαλί. Ο συμπαρουσιαστής της εκπομπής κάνει την αποφώνηση. Κάπου εκεί, στο «εδώ είναι Αττική» λέει: «ο Άλκης *Αλκαίου* μας ταξιδεύει».
Θέλω να κάνω αναστροφή και να πάω να ρίξω το αυτοκίνητο με φόρα χιλιάδων χιλιομέτρων και φορτίο 20 ρίχτερ πάνω στο κτίριο του Άλφα.
Ένας στίχος έλεγε, μέχρι ο εξευτελισμός μας να γίνει τέλειος. Το μέχρι του στίχου, είναι εδώ, είναι τώρα, είναι ο αέρας που αναπνέουμε. Το «ερωτικό» , αυτό το τραγούδι που κάποτε με συγκίνησε και χτες το άκουσα σχεδόν απ’ την αρχή, είναι ένα απορρυπαντικό, ένα τζινγκλάκι, ένα μουσικό χαλί για την κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας. Είναι ένα κομμένο τραγούδι ενός στιχουργού με παραλλαγμένο όνομα.
Πριν λίγες βδομάδες, σκεφτόμουν ότι είναι πραγματικά ενοχλητικό να πεθαίνει ο Μίσιος και στα κοινωνικά δίκτυα να κυκλοφορεί μια συνέντευξη στην Κατρίτση. Ο χυλός και η σύγχυση. Η ώρα του πένθους για τον Μίσιο, να προλογίζεται από την Κατρίτση. Οι λέξεις που κάποτε μας συντάραξαν τον ένα μετά τον άλλο, να συνδέονται με ένα λογότυπο τύπου «prive».
Από χτες, σκέφτομαι πόσες φορές στη ζωή μου έχω ακούσει το εμπάργκο ή προσπαθώ να θυμηθώ την συμμαθήτριά μου που δάνεισε το στου αιώνα την παράγκα για να το γράψω σε μια tdk 60αρα. Σκέφτομαι ακόμη πως θέλω να οχυρωθώ πίσω από ένα οδόφραγμα φτιαγμένο από τις σελίδες του Μίσιου, τη φωνή της Δημητριάδη και εκείνο το «και γω σε ποντάρω / κι ύστερα πάω πάσο / σ’ ένα καρέ τυφλών»
http://tovytio.wordpress.com/2012/12/12/radio/
Αμέσως μετά την ώρα που εκφέρεται ο στίχος «πώς να ημερέψει ο νους μ’ ένα σεντόνι» η ένταση χαμηλώνει μόνη της. Ακούγεται ο Βερύκιος που λέει: «και να θυμάστε οι Έλληνες που πήγαν στην Αυστραλία και την Αμερική δούλεψαν σκληρά, αν είχαν μείνει εδώ στο ραχάτι και τον καφέ..». Η μουσική ξαναδυναμώνει. Ύστερα, ο Βερύκιος ξανά: «και στην Αμερική να ξέρετε, τα κυριακάτικα ψώνια είναι χαρά, είναι οικογενειακή υπόθεση». Το τραγούδι έχει γίνει χαλί. Ο συμπαρουσιαστής της εκπομπής κάνει την αποφώνηση. Κάπου εκεί, στο «εδώ είναι Αττική» λέει: «ο Άλκης *Αλκαίου* μας ταξιδεύει».
Θέλω να κάνω αναστροφή και να πάω να ρίξω το αυτοκίνητο με φόρα χιλιάδων χιλιομέτρων και φορτίο 20 ρίχτερ πάνω στο κτίριο του Άλφα.
Ένας στίχος έλεγε, μέχρι ο εξευτελισμός μας να γίνει τέλειος. Το μέχρι του στίχου, είναι εδώ, είναι τώρα, είναι ο αέρας που αναπνέουμε. Το «ερωτικό» , αυτό το τραγούδι που κάποτε με συγκίνησε και χτες το άκουσα σχεδόν απ’ την αρχή, είναι ένα απορρυπαντικό, ένα τζινγκλάκι, ένα μουσικό χαλί για την κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας. Είναι ένα κομμένο τραγούδι ενός στιχουργού με παραλλαγμένο όνομα.
Πριν λίγες βδομάδες, σκεφτόμουν ότι είναι πραγματικά ενοχλητικό να πεθαίνει ο Μίσιος και στα κοινωνικά δίκτυα να κυκλοφορεί μια συνέντευξη στην Κατρίτση. Ο χυλός και η σύγχυση. Η ώρα του πένθους για τον Μίσιο, να προλογίζεται από την Κατρίτση. Οι λέξεις που κάποτε μας συντάραξαν τον ένα μετά τον άλλο, να συνδέονται με ένα λογότυπο τύπου «prive».
Από χτες, σκέφτομαι πόσες φορές στη ζωή μου έχω ακούσει το εμπάργκο ή προσπαθώ να θυμηθώ την συμμαθήτριά μου που δάνεισε το στου αιώνα την παράγκα για να το γράψω σε μια tdk 60αρα. Σκέφτομαι ακόμη πως θέλω να οχυρωθώ πίσω από ένα οδόφραγμα φτιαγμένο από τις σελίδες του Μίσιου, τη φωνή της Δημητριάδη και εκείνο το «και γω σε ποντάρω / κι ύστερα πάω πάσο / σ’ ένα καρέ τυφλών»
http://tovytio.wordpress.com/2012/12/12/radio/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου