.....του Μιχάλη Μίττα
Σε δημοκρατικά καθεστώτα είθισται οι απαντήσεις στο ''τίς πταίει'' και στο τι μέλλει γενέσθαι κάθε εποχής να δίνονται μέσω των εκλογών. Με αυτό το δεδομένο στην σημερινή Ελλάδα της οικονομικής πτώχευσης, της κοινωνικής αποσύνθεσης και των πολιτικών αδιεξόδων, οι πρόσφατες εκλογές μόνο εν μέρει μπορούν να αξιολογηθούν ως επιτυχημένες.
Κατ’ αρχήν ας δεχτούμε οτι σε πολιτικό επίπεδο ήταν πράγματι επιτυχημενες: Δεν αποκηρύχθηκαν απλώς κάποιος ή κάποιοι πολιτικοί σχηματισμοί και υποψήφιοι (εν προκειμένω τα μέλη της αποχωρήσασας κυβέρνησης). Ούτε απαξιώθηκε σωρηδόν ένα, πράγματι φθαρμένο, πολιτικό σύστημα, όπως οι εκπρόσωποι των ηττημένων διακηρύττουν προσπαθώντας να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Πολύ περισσότερο παρατηρούμε την, ήδη ξεκάθαρη και πάντως ακόμα εντεινόμενη απαίτηση της σημαντικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού για μια εντελώς συγκεκριμένη κυβερνητική πολιτική. Την πολιτική προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας με την χαλάρωση της σημερινής οικονομικής πολιτικής των αλλεπάλληλων μέτρων, με την τήρηση των κοινωνικών υποχρεώσεων του κράτους και με την απαγκίστρωση από διεθνείς συμβάσεις που εξαλείφουν την εθνική αξιοπρέπεια και την λαϊκή κυριαρχία. Ο λαός, εν συντομία και κάπως δημοσιογραφικά, επέλεξε ''αντιμνημόνιο''. Ίσως η επιλογή του να μην στηρίζεται σε όλες της οικονομικές παραμέτρους, που σίγουρα θα ήταν καλύτερο αν πράγματι γνώριζε. Σίγουρα, από την άλλη, επηρεάστηκε υπέρμετρα από εκβιαστικά διλήμματα που του τέθηκαν. Σε κάθε περίπτωση όμως το πολιτικό περιεχόμενο της επιλογής του πρέπει να γίνει σεβαστό και να εφαρμοστεί από την κυβέρνηση που αναπόφευκτα θα προκύψει ακόμα και αν οι εκλογικές αναμετρήσεις συνεχιστούν.
Και εδώ ακριβώς ήταν το σημείο αποτυχίας των εκλογών της 6ης Μαΐου και ταυτόχρονα εδώ πρέπει να επιτύχουν οι επερχόμενες εκλογές: Στην ανάδειξη μιας πλειοψηφικής και σταθερής κυβέρνησης. Φυσικά δεν μπορεί να γίνει λόγος για αυτοδυναμία με τα σημερινά δεδομένα, ακόμα και αν ο ισχύων εκλογικός νομός με κάθε μέσο προσπαθεί να την επιβάλλει. Εξάλλου τα δυο αυτά χαρακτηριστικά, που είναι αναγκαία για να εφαρμοστεί στην πράξη η πολιτική επιλογή που ήδη έγινε, δεν εξαρτώνται τόσο από τον αριθμό των κομμάτων που θα συμμετέχουν στην σύνθεση της κυβέρνησης. Εξαρτώνται όμως σε μεγάλο βαθμό αφ' ενός από την πολιτική συνάφεια των μελλοντικών κυβερνητικών εταίρων. Εδώ είναι που έπασχαν εξ αρχής τα σχήματα που πρόσφατα προταθήκαν, ακόμα και μια πιθανή οικουμενική κυβέρνηση. Όλα αυτά τα σχέδια, που προσχηματικά και προβοκατόρικα εισηγήθηκαν οι δυνάμεις του κέντρου και της κεντροδεξιάς, θα πετύχαιναν μόνο να εξαλείψουν την δυναμική της αντιμνημονιακής αριστεράς, εντάσσοντας την σε σχήματα όπου η πλειοψηφία των δυνάμεων θα επέμενε στην ίδια ατελέσφορη συνταγή που μέχρι τώρα εφαρμόζονταν. Οι δε προσπάθειες εξομοίωσης των προγραμμάτων υπό την έννοια της επαναδιαπραγμάτευσης, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να γίνουν πιστευτές κάτω από το βάρος του ερωτήματος: τώρα θυμηθήκατε την επαναδιαπραγμάτευση?
Είναι λοιπόν επιβεβλημένο να υπάρχει ουσιαστική και πραγματική πολιτική συνάφεια των μελλοντικών εταίρων του κυβερνητικού συνασπισμού. Είναι όμως εξίσου αναγκαίο προκειμένου να υπάρξει η, απαιτούμενη από τις οικονομικές συνθήκες και διεθνείς εξελίξεις, σταθερότητα, να υπάρχει και πολιτική αρμονία με την κοινωνία όπως αυτή εκφράστηκε στις προηγούμενες εκλογές. Με άλλα λόγια οι πολιτικές δυνάμεις που θα συγκροτήσουν κυβέρνηση είναι δεσμευμένες να μην λάβουν άλλα επώδυνα οικονομικά μέτρα και να αποπλέξουν την χώρα από τις μνημονιακές διεθνείς συμβάσεις. Οποιοδήποτε επιχείρημα περί ανεύθυνων πολιτικών και κάθε εκβιασμός που επιβάλλεται στην ελληνική κοινή γνώμη είναι πιθανό να οδηγήσει σε μερική μεταστροφή της ψήφου της προς δυνάμεις που αυτοπροσδιορίζονται ως υπεύθυνες και σταθερές. Μια τέτοια εξέλιξη, ωστόσο, αν και αρχικά θα είχε την επίφαση κάποιας λύσης στο σημερινό κυβερνητικό αδιέξοδο, με τον σχηματισμό νέας ''γαλαζοπράσινης'' κυβέρνησης ίσως και με ένα-δυο μικρότερα δεκανίκια, σύντομα θα οδηγούσε σε νέο πολιτικό χάος. Η κατάρρευση μιας κυβέρνησης (ανομοιογενούς ιδεολογικά), που επιβάλλοντας νέα (''αναγκαία'' πάντα) μέτρα και ίσως με μια μικρή μόνο επιτυχία ελάχιστων αλλαγών στα επώδυνα μνημόνια θα ήταν σε πλήρη δυσαρμονία με την κοινωνία, είναι περισσότερο από βέβαιη. Όπως και έγινε με την τελευταία κυβέρνηση Παπαδήμου. Έτσι και πάλι θα βρισκόμασταν μπροστά στο ίδιο δίλημμα με σήμερα, έχοντας όμως χάσει πολύτιμο χρόνο και με το εκλογικό σώμα σε μεγαλύτερη οικονομική εξαθλίωση και εντονότερη πολιτική αγανάκτηση.
Ενόψει όλων των παραπάνω η επιλογή του Έλληνα ψηφοφόρου πρέπει να γίνει τώρα και θα είναι αποτελεσματική μόνο αν, ανεξάρτητα από εκβιαστικά διλήμματα, ληφθούν υπόψιν οι πραγματικές και άμεσες ανάγκες, το δυσοίωνο μέλλον και ο κίνδυνος να φανεί πολίτικα ανακόλουθος μεταστρέφοντας στο αντίθετο άκρο την ψήφο του. Εφόσον η αντιμνημονιακή αριστερά, μετά από δεκαετίες πολιτικής πρακτικής επιπέδου φοιτητικών συνελεύσεων, δείχνει έτοιμη να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν, οφείλει, πέρα από τα γνωστά ταμπού της, να συσπειρώσει σε έναν ισχυρό πολιτικό πυλώνα όλες τις προοδευτικές δυνάμεις που εκφράζουν σήμερα την αληθινή βούληση του ελληνικού λαού. Η προοπτική εξουσίας ενός τέτοιου σχηματισμού, που ήδη διαφαίνεται, μπορεί να προσελκύσει την πλειοψηφία των εκλογέων αν όχι ως η καλύτερη λύση, σίγουρα πάντως ως η μόνη εναλλακτική. Η κυβέρνηση που θα προκύψει από ένα κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ αυτού του σχηματισμού και της κοινωνίας έχει όλα τα απαραίτητα χαρακτηριστικά ώστε να αποτελέσει την μόνη αποτελεσματική διέξοδο στο σημερινό πολλαπλό αδιέξοδο.
Μήττας Μιχάλης
Ασκ. Δικηγόρος
Σε δημοκρατικά καθεστώτα είθισται οι απαντήσεις στο ''τίς πταίει'' και στο τι μέλλει γενέσθαι κάθε εποχής να δίνονται μέσω των εκλογών. Με αυτό το δεδομένο στην σημερινή Ελλάδα της οικονομικής πτώχευσης, της κοινωνικής αποσύνθεσης και των πολιτικών αδιεξόδων, οι πρόσφατες εκλογές μόνο εν μέρει μπορούν να αξιολογηθούν ως επιτυχημένες.
Κατ’ αρχήν ας δεχτούμε οτι σε πολιτικό επίπεδο ήταν πράγματι επιτυχημενες: Δεν αποκηρύχθηκαν απλώς κάποιος ή κάποιοι πολιτικοί σχηματισμοί και υποψήφιοι (εν προκειμένω τα μέλη της αποχωρήσασας κυβέρνησης). Ούτε απαξιώθηκε σωρηδόν ένα, πράγματι φθαρμένο, πολιτικό σύστημα, όπως οι εκπρόσωποι των ηττημένων διακηρύττουν προσπαθώντας να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Πολύ περισσότερο παρατηρούμε την, ήδη ξεκάθαρη και πάντως ακόμα εντεινόμενη απαίτηση της σημαντικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού για μια εντελώς συγκεκριμένη κυβερνητική πολιτική. Την πολιτική προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας με την χαλάρωση της σημερινής οικονομικής πολιτικής των αλλεπάλληλων μέτρων, με την τήρηση των κοινωνικών υποχρεώσεων του κράτους και με την απαγκίστρωση από διεθνείς συμβάσεις που εξαλείφουν την εθνική αξιοπρέπεια και την λαϊκή κυριαρχία. Ο λαός, εν συντομία και κάπως δημοσιογραφικά, επέλεξε ''αντιμνημόνιο''. Ίσως η επιλογή του να μην στηρίζεται σε όλες της οικονομικές παραμέτρους, που σίγουρα θα ήταν καλύτερο αν πράγματι γνώριζε. Σίγουρα, από την άλλη, επηρεάστηκε υπέρμετρα από εκβιαστικά διλήμματα που του τέθηκαν. Σε κάθε περίπτωση όμως το πολιτικό περιεχόμενο της επιλογής του πρέπει να γίνει σεβαστό και να εφαρμοστεί από την κυβέρνηση που αναπόφευκτα θα προκύψει ακόμα και αν οι εκλογικές αναμετρήσεις συνεχιστούν.
Και εδώ ακριβώς ήταν το σημείο αποτυχίας των εκλογών της 6ης Μαΐου και ταυτόχρονα εδώ πρέπει να επιτύχουν οι επερχόμενες εκλογές: Στην ανάδειξη μιας πλειοψηφικής και σταθερής κυβέρνησης. Φυσικά δεν μπορεί να γίνει λόγος για αυτοδυναμία με τα σημερινά δεδομένα, ακόμα και αν ο ισχύων εκλογικός νομός με κάθε μέσο προσπαθεί να την επιβάλλει. Εξάλλου τα δυο αυτά χαρακτηριστικά, που είναι αναγκαία για να εφαρμοστεί στην πράξη η πολιτική επιλογή που ήδη έγινε, δεν εξαρτώνται τόσο από τον αριθμό των κομμάτων που θα συμμετέχουν στην σύνθεση της κυβέρνησης. Εξαρτώνται όμως σε μεγάλο βαθμό αφ' ενός από την πολιτική συνάφεια των μελλοντικών κυβερνητικών εταίρων. Εδώ είναι που έπασχαν εξ αρχής τα σχήματα που πρόσφατα προταθήκαν, ακόμα και μια πιθανή οικουμενική κυβέρνηση. Όλα αυτά τα σχέδια, που προσχηματικά και προβοκατόρικα εισηγήθηκαν οι δυνάμεις του κέντρου και της κεντροδεξιάς, θα πετύχαιναν μόνο να εξαλείψουν την δυναμική της αντιμνημονιακής αριστεράς, εντάσσοντας την σε σχήματα όπου η πλειοψηφία των δυνάμεων θα επέμενε στην ίδια ατελέσφορη συνταγή που μέχρι τώρα εφαρμόζονταν. Οι δε προσπάθειες εξομοίωσης των προγραμμάτων υπό την έννοια της επαναδιαπραγμάτευσης, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να γίνουν πιστευτές κάτω από το βάρος του ερωτήματος: τώρα θυμηθήκατε την επαναδιαπραγμάτευση?
Είναι λοιπόν επιβεβλημένο να υπάρχει ουσιαστική και πραγματική πολιτική συνάφεια των μελλοντικών εταίρων του κυβερνητικού συνασπισμού. Είναι όμως εξίσου αναγκαίο προκειμένου να υπάρξει η, απαιτούμενη από τις οικονομικές συνθήκες και διεθνείς εξελίξεις, σταθερότητα, να υπάρχει και πολιτική αρμονία με την κοινωνία όπως αυτή εκφράστηκε στις προηγούμενες εκλογές. Με άλλα λόγια οι πολιτικές δυνάμεις που θα συγκροτήσουν κυβέρνηση είναι δεσμευμένες να μην λάβουν άλλα επώδυνα οικονομικά μέτρα και να αποπλέξουν την χώρα από τις μνημονιακές διεθνείς συμβάσεις. Οποιοδήποτε επιχείρημα περί ανεύθυνων πολιτικών και κάθε εκβιασμός που επιβάλλεται στην ελληνική κοινή γνώμη είναι πιθανό να οδηγήσει σε μερική μεταστροφή της ψήφου της προς δυνάμεις που αυτοπροσδιορίζονται ως υπεύθυνες και σταθερές. Μια τέτοια εξέλιξη, ωστόσο, αν και αρχικά θα είχε την επίφαση κάποιας λύσης στο σημερινό κυβερνητικό αδιέξοδο, με τον σχηματισμό νέας ''γαλαζοπράσινης'' κυβέρνησης ίσως και με ένα-δυο μικρότερα δεκανίκια, σύντομα θα οδηγούσε σε νέο πολιτικό χάος. Η κατάρρευση μιας κυβέρνησης (ανομοιογενούς ιδεολογικά), που επιβάλλοντας νέα (''αναγκαία'' πάντα) μέτρα και ίσως με μια μικρή μόνο επιτυχία ελάχιστων αλλαγών στα επώδυνα μνημόνια θα ήταν σε πλήρη δυσαρμονία με την κοινωνία, είναι περισσότερο από βέβαιη. Όπως και έγινε με την τελευταία κυβέρνηση Παπαδήμου. Έτσι και πάλι θα βρισκόμασταν μπροστά στο ίδιο δίλημμα με σήμερα, έχοντας όμως χάσει πολύτιμο χρόνο και με το εκλογικό σώμα σε μεγαλύτερη οικονομική εξαθλίωση και εντονότερη πολιτική αγανάκτηση.
Ενόψει όλων των παραπάνω η επιλογή του Έλληνα ψηφοφόρου πρέπει να γίνει τώρα και θα είναι αποτελεσματική μόνο αν, ανεξάρτητα από εκβιαστικά διλήμματα, ληφθούν υπόψιν οι πραγματικές και άμεσες ανάγκες, το δυσοίωνο μέλλον και ο κίνδυνος να φανεί πολίτικα ανακόλουθος μεταστρέφοντας στο αντίθετο άκρο την ψήφο του. Εφόσον η αντιμνημονιακή αριστερά, μετά από δεκαετίες πολιτικής πρακτικής επιπέδου φοιτητικών συνελεύσεων, δείχνει έτοιμη να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν, οφείλει, πέρα από τα γνωστά ταμπού της, να συσπειρώσει σε έναν ισχυρό πολιτικό πυλώνα όλες τις προοδευτικές δυνάμεις που εκφράζουν σήμερα την αληθινή βούληση του ελληνικού λαού. Η προοπτική εξουσίας ενός τέτοιου σχηματισμού, που ήδη διαφαίνεται, μπορεί να προσελκύσει την πλειοψηφία των εκλογέων αν όχι ως η καλύτερη λύση, σίγουρα πάντως ως η μόνη εναλλακτική. Η κυβέρνηση που θα προκύψει από ένα κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ αυτού του σχηματισμού και της κοινωνίας έχει όλα τα απαραίτητα χαρακτηριστικά ώστε να αποτελέσει την μόνη αποτελεσματική διέξοδο στο σημερινό πολλαπλό αδιέξοδο.
Μήττας Μιχάλης
Ασκ. Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου