Τυχεροί να ζούμε τέτοιον καιρό, σε τέτοιο τόπο. Με τις Απόκριες αποχαιρετάμε τον σκληρό χειμώνα του ‘12-’13 και με τη μαρτιοαπριλιάτικη Σαρακοστή καταπλέουμε πλησίστιοι στην άνοιξη· αποτινάζοντας την εθνική και υπαρξιακή θλίψη, μεταφέροντας τη ζωή στην ύπαιθρο, στο φως που μας λούζει λυτρωτικό και στο οποίο πάντα καταφεύγουμε για ν’ αντλήσουμε μέλλον. Το φως τούτης της άνοιξης θα το θυμόμαστε.
Κούλουμα.
Ανταμώνω το φως σε αλσύλλια Κυκλάδων νήσων, σε παραλίες πλυμένες από βοριάδες, γεμάτες θαλασσόξυλα και σουπιοκόκκαλα. Σε πράσινα λιβάδια αρκαδικών οροπεδίων. Το ανταμώνω σε λόφους αττικούς, με χαρταετούς και ανθρώπινα μελίσσια. Το ίδιο πάντα φως, ζωογόνο, αναγγενητικό.
Κάτω απ’ τα πεύκα, πλάι στην ξερολιθιά, στην αγνή άμμο με μυριάδες όστρακα, μετά το ξάναμμα της πεζοπορίας και του αϊτού, μετά την ανθοσυγκομιδή (οξαλίδες, μαργαρίτες), απλώνουμε το τελετουργικό γεύμα, το άριστον.
Χταποδάκια βραστά με ξίδι, θράψαλα στο κρασί, ελιές Καλαμών για ήρωες και αλμάδες εκλεκτές Χαλκιδικής, χαλβά Βεροίας, ταραμά λευκό χτυπημένο σαντιγύ, εύσαρκες πιπεριές Φλωρίνης και πιπεράκια πικάντικα Μακεδονίας (πλούσιο κόκκινο και χλωμό πράσινο), κουνουπιδάκια τουρσί, μαραθοκεφτέδες (παλαιά συνταγή μητρός), μαρουλοκαρδούλες. Ο μερακλής της παρέας φρόντισε μέχρι και τα όστρακα: κυδώνια αυτοκρατορικά. Λαγάνα πρωινή, λεπτή, τραγανή.
Το άριστον, απλωμένο επί της γης, φωτίζεται και ξεδιπλώνει την παλέτα του: βυσσινί, λαμπρό κόκκινο, πράσινο, στιλπνό μαύρο, ροζέ, υπόλευκο, πικρό κίτρινο, χλωμό και βαθύ πράσινο, τεφροκάστανο. Μόνο το μπλε λείπει απ΄το γεύμα· ήδη όμως μας περικλείει γλαυκός ο ουρανός.
Κρασί. Αλλος ορέχτηκε ώριμο Νυχτέρι Σαντορίνης, άλλος λεπτή αρωματική Μαντίνεια, ο γενναιότερος μια αρρενωπή Νεμέα.
Και μουσική. Βιολί, κιθάρα, μπουζούκι. Μόνο τραγούδι. Ή μόνο κελαηδήματα και φλοίσβος και απαλοί συριγμοί του ανέμου ανάμεσα σε ασφοδέλους και ξερολιθιές.
Ανακατεύονται οι γενεές, νήπια, έφηβοι, είκοσι-κάτι, μεσήλικες και παππούδες. Μ’ ερωτικούς καημούς οι νεαροί, με πονηρά πειράγματα οι μεγάλοι, σαν σκαθάρια ανοίξεως βομβούν, τσουγκρίζουν ξέχειλα ποτήρια πλαστικά, και τα κορίτσια τυλίγονται στα μανίκια της ζακέτας, τ’ ανατριχιάζει μια αιφνίδια ριπή απ’ τ’ ανοιχτά. Είναι η ζωή που μας ανατριχιάζει, φρέσκια, απρόοπτη, προκλητική.
http://vlemma.wordpress.com/2013/03/10/earino-iliostasio/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου