.....του Ραφαήλ Παπαδόπουλου
Τον τελευταίο καιρό, εδραιώνονται όλο και περισσότερο στη συνείδηση των απλών πολιτών οι περίφημες θεωρίες συνομωσίας, ή εναλλακτικά θεωρίες του <<ξένου δακτύλου>>. Οι θεωρίες αυτές, αποδίδουν όλα όσα συμβαίνουν στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή μίας ή περισσότερων χωρών, σε προειλημμένες αποφάσεις, οι οποίες έχουν ληφθεί από διάφορους ισχυρούς <<παίκτες>> της παγκόσμιας πολιτικής (οικονομικά εύρωστες χώρες, διεθνείς οργανισμοί, πολυεθνικές εταιρείες κτλ), προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους.
Αυτές οι αποφάσεις θεωρούνται σταθερές και δεδομένες στη διεθνή πολιτική, και συνεπώς οι πολίτες των ασθενέστερων κρατών δεν μπορούν με κανένα τρόπο να τις επηρεάσουν ή να τις αλλάξουν, ενώ οι πολιτικές ηγεσίες των κρατών αυτών αντιμετωπίζονται ως απλά πιόνια και εντολοδόχοι των εκάστοτε <<ισχυρών>>. Η απλουστευτική αυτή, νηπιακού χαρακτήρα, οπτική, γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλής σε περιόδους κρίσης, διότι απαλάσσει τις κοινωνίες(πολίτες, πολιτικό προσωπικό, ομάδες πίεσης κτλ) από την αυτοκριτική και την ανάληψη ευθυνών, αφού ως άβουλα έρμαια στα χέρια άλλων, δεν έχουν κανένα περιθώριο παρέμβασης σε όσα τους αφορούν.
Αυτή η θεωρία του <<ξένου δακτύλου>> έχει χρησιμοποιηθεί και στην ελληνική ιστορία, για να ερμηνεύσει τις σχέσεις της χώρας με τις <<μεγάλες δυνάμεις>> και να δικαιολογήσει τα λάθη που οδήγησαν σε εθνικές τραγωδίες (Ελληνοτουρκικός πόλεμος, Μικρασιατική Καταστροφή, Εμφύλιος κτλ) και συνεχίζει να χρησιμοποίεται με ανάλογο τρόπο και στη σημερινή κρίση (όπου ο Γ .Παπανδρέου και ο Λ .Παπαδήμος θεωρούνται εντολοδόχοι των ΗΠΑ, της Γερμανίας, του ΔΝΤ ή των μεγάλων τραπεζιτών και του κεφαλαίου). Εκεί βασίζεται και ο οξύς καταγγελτικός λόγος και οι πράξεις ακραίου πολιτικού <<ακτιβισμού>>(καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, προπυλακισμοί πολιτικών κτλ) των κομμάτων της παραδοσιακής αριστεράς, συνδικάτων και <<αγανακτισμένων>> πολιτών, στο όνομα της δημοκρατίας και του δημοσίου συμφέροντος.
Χωρίς να παραβλέπει κανείς το γεγονός ότι η διεθνής θέση της χώρας είναι δυσμενέστατη ,ότι βρίσκεται σε μεγάλη(αλλά όχι απόλυτη) εξάρτηση από τους δανειστές και τελεί υπό οικονομική επιτροπεία, όπως επίσης και ότι η κοινωνική αδικία και η εξαθλίωση(μαζί με την απελπισία) διογκώνονται συνέχεια, πρέπει να επισημανθεί πως η θεωρία συνομωσίας, αν και βολική για πολύ κόσμο, θα μπορούσε να έχει επικίνδυνα ανατρεπτικές πολιτικές συνέπειες. Αγνοεί προκλητικά το ρόλο των μαζών στην πολιτική, που χαρακτηρίζει την παγκόσμια ιστορία εδώ και περισσότερο από δύο αιώνες. Η σταθερά αυτή, που καθιερώθηκε με την αμερικανική και τη γαλλική επανάσταση και ισχύει ως τις μέρες μας(βλ. <<αραβική άνοιξη>>), πηγάζει από τη βασική αρχή του ευρωπαικού διαφωτισμού, ότι οι άνθρωποι είναι αυτόβουλα έλλογα όντα, ίσα μεταξύ τους , και άρα μπορούν και πρέπει να ορίζουν οι ίδιοι τους νόμους που διέπουν τη ζωή τους, δημόσια και ιδιωτική, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στις προνεωτερικές κοινωνίες, όπου τους νόμους όριζε ο θεός, ο αυτοκράτορας ή ο φεουδάρχης. Αυτή η διαφωτιστική αρχή αποτέλεσε ο εφαλτήριο για ριζοσπαστικά πολιτικά αιτήματα, όπως ατομικά και πολιτικά δικαιώματα(ατομική ιδιοκτησία, ελευθερία της έκφρασης και της συλλογικής οργάνωσης κτλ), ισονομία, λαική κυριαρχία, καθολική ψηφοφορία, αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση και εθνική ανεξαρτησία, που αποτελούν έκτοτε αντικείμενα πολιτικών, ιδεολογικών και κοινωνικών αντιπαραθέσεων παγκοσμίως. Κατά συνέπεια, η θεωρία συνομωσίας, αντιμετωπίζοντας τους πολίτες ως πιόνια, αμφισβητεί ευθέως τα θεμέλια της δημοκρατίας, αφού αν ο άνθρωπος δεν είναι φορέας του ορθού λόγου και της ελεύθερης βούλησης, την οποία μπορεί να υλοποιήσει μέσα από αυτόβουλη δράση, δεν έχει νόημα να του παραχωρούνται οποιαδήποτε δικαιώματα. Και ως γνωστόν, όταν μία πολιτική αρχή αρχίζει να αμφισβητείται σε θεωρητικό επίπεδο, δεν αργεί να αμφισβητηθεί και πρακτικά. Η θεωρία συνομωσίας αποτελεί έτσι προάγγελο του πολιτικού αυταρχισμού και όσοι την επικαλούνται τον καθιστούν, ηθελημένα ή μη, ορατό ενδεχόμενο.
Τέλος, η θεωρία της συνομωσίας προάγει τον πολιτικό αυταρχισμό και με έναν άλλο τρόπο. Η θεοποίηση της οικονομίας και των οικονομικών συμφερόντων, που εμφανίζονται να έχουν κάνει την πολιτική υποχείριό τους, θέτει την παραγωγικότητα και την οικονομική αποδοτικότητα(δηλαδή τους οικονομικούς δείκτες), υπεράνω της αντιπροσωπευτικής δημοκρατικής αρχής. Έτσι, καθεστώτα όπως η χούντα του 1967, προτιμώνται από ορισμένους ως αποτελεσματικότερα στη διαχείριση της οικονομίας (με τη δικαιολογία ότι υλοποίησαν γρήγορα σημαντικά δημόσια έργα και πέτυχαν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης). Είναι πλέον στο χέρι όλων όσων πιστεύουν στη δημοκρατία(αρχόντων και αρχουμένων), να αποδείξουν έμπρακτα ότι η πολιτική μπορεί να πετύχει την ευημερία των πολιτών, θέτοντας ξανά την οικονομία υπό τον έλεγχό της, μέσω του κρατικού παρεμβατισμού και της αναγκαίας αναδιανομής του πλούτου.
Τον τελευταίο καιρό, εδραιώνονται όλο και περισσότερο στη συνείδηση των απλών πολιτών οι περίφημες θεωρίες συνομωσίας, ή εναλλακτικά θεωρίες του <<ξένου δακτύλου>>. Οι θεωρίες αυτές, αποδίδουν όλα όσα συμβαίνουν στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή μίας ή περισσότερων χωρών, σε προειλημμένες αποφάσεις, οι οποίες έχουν ληφθεί από διάφορους ισχυρούς <<παίκτες>> της παγκόσμιας πολιτικής (οικονομικά εύρωστες χώρες, διεθνείς οργανισμοί, πολυεθνικές εταιρείες κτλ), προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους.
Αυτές οι αποφάσεις θεωρούνται σταθερές και δεδομένες στη διεθνή πολιτική, και συνεπώς οι πολίτες των ασθενέστερων κρατών δεν μπορούν με κανένα τρόπο να τις επηρεάσουν ή να τις αλλάξουν, ενώ οι πολιτικές ηγεσίες των κρατών αυτών αντιμετωπίζονται ως απλά πιόνια και εντολοδόχοι των εκάστοτε <<ισχυρών>>. Η απλουστευτική αυτή, νηπιακού χαρακτήρα, οπτική, γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλής σε περιόδους κρίσης, διότι απαλάσσει τις κοινωνίες(πολίτες, πολιτικό προσωπικό, ομάδες πίεσης κτλ) από την αυτοκριτική και την ανάληψη ευθυνών, αφού ως άβουλα έρμαια στα χέρια άλλων, δεν έχουν κανένα περιθώριο παρέμβασης σε όσα τους αφορούν.
Αυτή η θεωρία του <<ξένου δακτύλου>> έχει χρησιμοποιηθεί και στην ελληνική ιστορία, για να ερμηνεύσει τις σχέσεις της χώρας με τις <<μεγάλες δυνάμεις>> και να δικαιολογήσει τα λάθη που οδήγησαν σε εθνικές τραγωδίες (Ελληνοτουρκικός πόλεμος, Μικρασιατική Καταστροφή, Εμφύλιος κτλ) και συνεχίζει να χρησιμοποίεται με ανάλογο τρόπο και στη σημερινή κρίση (όπου ο Γ .Παπανδρέου και ο Λ .Παπαδήμος θεωρούνται εντολοδόχοι των ΗΠΑ, της Γερμανίας, του ΔΝΤ ή των μεγάλων τραπεζιτών και του κεφαλαίου). Εκεί βασίζεται και ο οξύς καταγγελτικός λόγος και οι πράξεις ακραίου πολιτικού <<ακτιβισμού>>(καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, προπυλακισμοί πολιτικών κτλ) των κομμάτων της παραδοσιακής αριστεράς, συνδικάτων και <<αγανακτισμένων>> πολιτών, στο όνομα της δημοκρατίας και του δημοσίου συμφέροντος.
Χωρίς να παραβλέπει κανείς το γεγονός ότι η διεθνής θέση της χώρας είναι δυσμενέστατη ,ότι βρίσκεται σε μεγάλη(αλλά όχι απόλυτη) εξάρτηση από τους δανειστές και τελεί υπό οικονομική επιτροπεία, όπως επίσης και ότι η κοινωνική αδικία και η εξαθλίωση(μαζί με την απελπισία) διογκώνονται συνέχεια, πρέπει να επισημανθεί πως η θεωρία συνομωσίας, αν και βολική για πολύ κόσμο, θα μπορούσε να έχει επικίνδυνα ανατρεπτικές πολιτικές συνέπειες. Αγνοεί προκλητικά το ρόλο των μαζών στην πολιτική, που χαρακτηρίζει την παγκόσμια ιστορία εδώ και περισσότερο από δύο αιώνες. Η σταθερά αυτή, που καθιερώθηκε με την αμερικανική και τη γαλλική επανάσταση και ισχύει ως τις μέρες μας(βλ. <<αραβική άνοιξη>>), πηγάζει από τη βασική αρχή του ευρωπαικού διαφωτισμού, ότι οι άνθρωποι είναι αυτόβουλα έλλογα όντα, ίσα μεταξύ τους , και άρα μπορούν και πρέπει να ορίζουν οι ίδιοι τους νόμους που διέπουν τη ζωή τους, δημόσια και ιδιωτική, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στις προνεωτερικές κοινωνίες, όπου τους νόμους όριζε ο θεός, ο αυτοκράτορας ή ο φεουδάρχης. Αυτή η διαφωτιστική αρχή αποτέλεσε ο εφαλτήριο για ριζοσπαστικά πολιτικά αιτήματα, όπως ατομικά και πολιτικά δικαιώματα(ατομική ιδιοκτησία, ελευθερία της έκφρασης και της συλλογικής οργάνωσης κτλ), ισονομία, λαική κυριαρχία, καθολική ψηφοφορία, αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση και εθνική ανεξαρτησία, που αποτελούν έκτοτε αντικείμενα πολιτικών, ιδεολογικών και κοινωνικών αντιπαραθέσεων παγκοσμίως. Κατά συνέπεια, η θεωρία συνομωσίας, αντιμετωπίζοντας τους πολίτες ως πιόνια, αμφισβητεί ευθέως τα θεμέλια της δημοκρατίας, αφού αν ο άνθρωπος δεν είναι φορέας του ορθού λόγου και της ελεύθερης βούλησης, την οποία μπορεί να υλοποιήσει μέσα από αυτόβουλη δράση, δεν έχει νόημα να του παραχωρούνται οποιαδήποτε δικαιώματα. Και ως γνωστόν, όταν μία πολιτική αρχή αρχίζει να αμφισβητείται σε θεωρητικό επίπεδο, δεν αργεί να αμφισβητηθεί και πρακτικά. Η θεωρία συνομωσίας αποτελεί έτσι προάγγελο του πολιτικού αυταρχισμού και όσοι την επικαλούνται τον καθιστούν, ηθελημένα ή μη, ορατό ενδεχόμενο.
Τέλος, η θεωρία της συνομωσίας προάγει τον πολιτικό αυταρχισμό και με έναν άλλο τρόπο. Η θεοποίηση της οικονομίας και των οικονομικών συμφερόντων, που εμφανίζονται να έχουν κάνει την πολιτική υποχείριό τους, θέτει την παραγωγικότητα και την οικονομική αποδοτικότητα(δηλαδή τους οικονομικούς δείκτες), υπεράνω της αντιπροσωπευτικής δημοκρατικής αρχής. Έτσι, καθεστώτα όπως η χούντα του 1967, προτιμώνται από ορισμένους ως αποτελεσματικότερα στη διαχείριση της οικονομίας (με τη δικαιολογία ότι υλοποίησαν γρήγορα σημαντικά δημόσια έργα και πέτυχαν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης). Είναι πλέον στο χέρι όλων όσων πιστεύουν στη δημοκρατία(αρχόντων και αρχουμένων), να αποδείξουν έμπρακτα ότι η πολιτική μπορεί να πετύχει την ευημερία των πολιτών, θέτοντας ξανά την οικονομία υπό τον έλεγχό της, μέσω του κρατικού παρεμβατισμού και της αναγκαίας αναδιανομής του πλούτου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου