.....της Έλενας Δαλαμάρα
Μόλις γύρισα από τον κινηματογράφο. Είδα το Les Misérables και έκλαψα. Έκλαψα πολύ κι ακόμα κλαίω. Έκλαιγα κατά τη διάρκεια της ταινίας, κλαίω και τώρα που είμαι στο σπίτι μου. Έκλαψα από συγκίνηση, στεναχώρια και συμπόνια και κλαίω από οργή (εντάξει να το παραδεχτώ ότι είμαι και αρκετά ευαίσθητη).
“Ο αιώνιος αγώνας για την ελευθερία. Ο αιώνιος αγώνας του ανθρώπου για την επανάκτηση της γης.”
Έτυχε να δω το απόγευμα μια φωτογραφία που γυρνούσε στο facebook από τη δωρεάν διανομή τροφίμων στην Αθήνα. Δεκάδες στριμώχνονταν για μια σακούλα πορτοκάλια. Πάλευαν για μια σακούλα ντομάτες. Εξαθλίωση. Κόσμος που μέχρι χθες ζούσε μια άνετη ζωή βρέθηκε απ'τη μια μέρα στην άλλη στο δρόμο να ζητιανεύει για ένα κομμάτι ψωμί. Στο δρόμο γιατί χρωστάει.
Σε ποιόν χρωστάει; Ποιος του απαρνιέται τη γη; Ποιος μας πήρε τον αέρα και τώρα τον πουλάει; Με ποιο δικαίωμα κάποιος από την πολυθρόνα του διεκδικεί αυτό που με κόπο και ιδρώτα κατάφεραν οι γονείς μου;
Έκλαψα βλέποντας το Misérables γιατί η κατάσταση μου θύμιζε τόσο έντονα Ελλάδα. Γιατί ο κόσμος ζούσε μέσα στην εξαθλίωση και το φόβο αρνούμενος να σηκώσει κεφάλι. Γιατί αυτόν που έκλεψε μια φραντζόλα ψωμί τον καταδίκασαν ως “επικίνδυνο για την κοινωνία” και αυτόν που σκότωνε και διάλυε οικογένειες στο όνομα του νόμου τον ανέβαζαν ψηλά. Γιατί αυτοί που αντιστάθηκαν και σήκωσαν κεφάλι ήταν λίγοι και σκοτώθηκαν...οι άλλοι φοβηθήκανε και κλείσαν τα παντζούρια.
Έκλαψα στη σκέψη ότι στην σημερινή Ελλάδα του ευρώ (“ευτυχώς που έχουμε κι αυτό”) ένα μεγάλο ποσοστό ζει την ίδια εξαθλίωση του 1800 στο Παρίσι. Γιατί αυτούς που πάνε να μας δώσουν ψωμί τους δαγκώνουμε το χέρι κι αυτούς που θέλουν να μας ρίξουνε στο βούρκο τους θαυμάζουμε. Γιατί αυτοί που τολμούν να σηκώσουν το κεφάλι είναι κομμουνιστές, αναρχικοί ή τρελοί και επομένως επικίνδυνοι ενώ αυτοί που κλείνουν τα παντζούρια με σκοπό να βλέπουν και να ακούν καλύτερα την τηλεόραση δεν αφήνουν στην πραγματικότητα τον ήλιο να μπει.
Αυτό που μου έμεινε από την ταινία είναι ότι “Αυτός ο κόσμος δεν θ'αλλάξει ποτέ”. Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται απλά συνεχίζεται με τον ίδιο τρόπο. Καλύψαμε τις πληγές της χωρίς ιδιαίτερη φροντίδα και πάντα ξανανοίγουν. Μα δεν μπορώ να καταλάβω “πώς γίνεται στον κάθε παλαβιάρη, κουτόχορτο χιλιάδες να μασάνε” που λέει κι ο Νικόλας. “Οι λαοί ήταν και θα 'ναι πάντα αρνιά” μου λέει το μπούλη. “Τι τις θέλεις τις επαναστάσεις; Αφού το λες και μόνη σου, όλα κανονισμένα είναι.”
Αυτό μου το λέει και η συνείδησή μου κάποιες φορές. Μετά όμως πεισμώνω! Πεισμώνω βλέποντας την αδικία αυτού του κόσμου. Πεισμώνω και θέλω να τ'αλλάξω όλα μόνη μου! Δεν μπορώ, ποτέ δεν θα μπορέσω. Αλλά θα προσπαθήσω!
Μόλις γύρισα από τον κινηματογράφο. Είδα το Les Misérables και έκλαψα. Έκλαψα πολύ κι ακόμα κλαίω. Έκλαιγα κατά τη διάρκεια της ταινίας, κλαίω και τώρα που είμαι στο σπίτι μου. Έκλαψα από συγκίνηση, στεναχώρια και συμπόνια και κλαίω από οργή (εντάξει να το παραδεχτώ ότι είμαι και αρκετά ευαίσθητη).
“Ο αιώνιος αγώνας για την ελευθερία. Ο αιώνιος αγώνας του ανθρώπου για την επανάκτηση της γης.”
Έτυχε να δω το απόγευμα μια φωτογραφία που γυρνούσε στο facebook από τη δωρεάν διανομή τροφίμων στην Αθήνα. Δεκάδες στριμώχνονταν για μια σακούλα πορτοκάλια. Πάλευαν για μια σακούλα ντομάτες. Εξαθλίωση. Κόσμος που μέχρι χθες ζούσε μια άνετη ζωή βρέθηκε απ'τη μια μέρα στην άλλη στο δρόμο να ζητιανεύει για ένα κομμάτι ψωμί. Στο δρόμο γιατί χρωστάει.
Σε ποιόν χρωστάει; Ποιος του απαρνιέται τη γη; Ποιος μας πήρε τον αέρα και τώρα τον πουλάει; Με ποιο δικαίωμα κάποιος από την πολυθρόνα του διεκδικεί αυτό που με κόπο και ιδρώτα κατάφεραν οι γονείς μου;
Έκλαψα βλέποντας το Misérables γιατί η κατάσταση μου θύμιζε τόσο έντονα Ελλάδα. Γιατί ο κόσμος ζούσε μέσα στην εξαθλίωση και το φόβο αρνούμενος να σηκώσει κεφάλι. Γιατί αυτόν που έκλεψε μια φραντζόλα ψωμί τον καταδίκασαν ως “επικίνδυνο για την κοινωνία” και αυτόν που σκότωνε και διάλυε οικογένειες στο όνομα του νόμου τον ανέβαζαν ψηλά. Γιατί αυτοί που αντιστάθηκαν και σήκωσαν κεφάλι ήταν λίγοι και σκοτώθηκαν...οι άλλοι φοβηθήκανε και κλείσαν τα παντζούρια.
Έκλαψα στη σκέψη ότι στην σημερινή Ελλάδα του ευρώ (“ευτυχώς που έχουμε κι αυτό”) ένα μεγάλο ποσοστό ζει την ίδια εξαθλίωση του 1800 στο Παρίσι. Γιατί αυτούς που πάνε να μας δώσουν ψωμί τους δαγκώνουμε το χέρι κι αυτούς που θέλουν να μας ρίξουνε στο βούρκο τους θαυμάζουμε. Γιατί αυτοί που τολμούν να σηκώσουν το κεφάλι είναι κομμουνιστές, αναρχικοί ή τρελοί και επομένως επικίνδυνοι ενώ αυτοί που κλείνουν τα παντζούρια με σκοπό να βλέπουν και να ακούν καλύτερα την τηλεόραση δεν αφήνουν στην πραγματικότητα τον ήλιο να μπει.
Αυτό που μου έμεινε από την ταινία είναι ότι “Αυτός ο κόσμος δεν θ'αλλάξει ποτέ”. Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται απλά συνεχίζεται με τον ίδιο τρόπο. Καλύψαμε τις πληγές της χωρίς ιδιαίτερη φροντίδα και πάντα ξανανοίγουν. Μα δεν μπορώ να καταλάβω “πώς γίνεται στον κάθε παλαβιάρη, κουτόχορτο χιλιάδες να μασάνε” που λέει κι ο Νικόλας. “Οι λαοί ήταν και θα 'ναι πάντα αρνιά” μου λέει το μπούλη. “Τι τις θέλεις τις επαναστάσεις; Αφού το λες και μόνη σου, όλα κανονισμένα είναι.”
Αυτό μου το λέει και η συνείδησή μου κάποιες φορές. Μετά όμως πεισμώνω! Πεισμώνω βλέποντας την αδικία αυτού του κόσμου. Πεισμώνω και θέλω να τ'αλλάξω όλα μόνη μου! Δεν μπορώ, ποτέ δεν θα μπορέσω. Αλλά θα προσπαθήσω!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου