.....του Ραφαήλ Παπαδόπουλου
Εισαγωγή
Στα πλαίσια της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και της κυριαρχίας του οικονομικού δόγματος της «ελεύθερης αγοράς», έχει ξεκινήσει, με αφορμή την παγκόσμια κρίση, μία συζήτηση για το κατά πόσο υπερεθνικοί οργανισμοί(ΔΝΤ, ΕΕ) και διεθνή οικονομικά συμφέροντα(αλλά και συμφέροντα οικονομικά ισχυρών κρατών εις βάρος ασθενέστερων) έχουν αποκτήσει τόση δύναμη, ώστε έχουν μετατρέψει τους καθιερωμένους θεσμούς πολιτικής αντιπροσώπευσης (κυβερνήσεις, κόμματα κτλ) από θεσμούς δημοκρατικής έκφρασης των απλών πολιτών σε υποχείριά τους. Η εντύπωση αυτή, καθώς ενισχύεται καθημερινά από τις εξελίξεις εντός και εκτός Ευρώπης, διαχέεται συνεχώς πλήττοντας καίρια την αξιοπιστία της φιλελεύθερης αντιπροσωπευτικής συνταγματικής δημοκρατίας, ως συστήματος ικανού να επιτύχει την κοινωνική δικαιοσύνη και ευημερία, και θέτοντας επιτακτικά ένα κρίσιμο και όσο ποτέ άλλοτε επίκαιρο ερώτημα: Είναι η πολιτική δημοκρατία(με την έννοια των κλασσικών συνταγματικών πολιτικών και ατομικών δικαιωμάτων και των αντίστοιχων αντιπροσωπευτικών θεσμών και διαδικασιών) συμβατή με την κοινωνική και οικονομική ισότητα και δικαιοσύνη; Και αν είναι, ποια πολιτική ιδεολογία και ποιο πολιτικό πρόγραμμα μπορεί να διασφαλίσει μια υγιή ισορροπία μεταξύ των δύο;
1. Προέλευση και αρχές της πολιτικής δημοκρατίας
Η πολιτική δημοκρατία, που σταδιακά κατέστη το πρότυπο πολιτικής οργάνωσης των κρατών στην Ευρώπη και την Αμερική κατά τους τελευταίους δύο αιώνες, αποτελεί μορφή έκφρασης των θεμελιωδών αξιωμάτων της ιδεολογίας του φιλελευθερισμού, στο πεδίο της πολιτικής αντιπροσώπευσης και διακυβέρνησης. Ο φιλελευθερισμός, ως πολιτική ιδεολογία, βασίζεται στις αρχές της ατομικής ελευθερίας-αυτονομίας και της πίστης στον ορθό λόγο.
Η πρώτη αρχή, θεωρεί το ελεύθερο και αυτόβουλο άτομο ως κεντρικό και απαραίτητο κινητήριο μοχλό για την πρόοδο της κοινωνίας. Το κάθε άτομο είναι μοναδικό και διαφορετικό από τα άλλα, με τις δικές του επιθυμίες, απόψεις και δυνατότητες, τις οποίες πρέπει να έχει απόλυτη ελευθερία να τις εκφράσει και να τις υλοποιήσει, με μόνη προϋπόθεση αυτό να μην συνεπάγεται την παραβίαση του αντίστοιχου δικαιώματος των άλλων, επίσης ανεξάρτητων, ατόμων. Επειδή όμως το άτομο θεωρείται φύσει ορθολογικό και ιδιοτελές, είναι απαραίτητη μία ανώτερη εξουσία που θα το εμποδίζει να αυθαιρετεί εις βάρος άλλων, για να εξυπηρετήσει τα προσωπικά του συμφέροντα. Η εξουσία αυτή είναι το κράτος, το οποίο αντιμετωπίζεται θετικά, ως ουδέτερος διαιτητής αντιτιθέμενων συμφερόντων που εξασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη και συνοχή, και που έχει συγκροτηθεί με την αναγνώριση και την οικειοθελή συναίνεση των κυβερνώμενων. Έτσι, η κοινωνία θεωρείται άθροισμα και σύνθεση διαφόρων ατομικών επιδιώξεων και στάσεων.
Η δεύτερη αρχή, θεωρεί ότι τα άτομα έχουν από τη φύση τους τη δυνατότητα να σκέφτονται και να επιδιώκουν ορθολογικά, αφού τους παρασχεθούν τα κατάλληλα διανοητικά και υλικά εργαλεία, την εξυπηρέτηση των προσωπικών τους στόχων. Η πεποίθηση αυτή, σχηματίστηκε και ενισχύθηκε στα πλαίσια του διαφωτιστικού κινήματος του 17ου -18ου αιώνα, όταν η εμφάνιση νέων φιλοσοφικών ιδεών και η ραγδαία ανάπτυξη των θετικών επιστημών αμφισβήτησε ευθέως την κυρίαρχη στο
Μεσαίωνα θεοκρατική και υπερφυσική αντίληψη του κόσμου, η οποία θεωρούσε τον επίγειο κόσμο ως τόπο δυστυχίας και έκπτωσης του ανθρώπου εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος και πρέσβευε ότι η σωτηρία θα δινόταν μόνο από το Θεό στην μεταθανάτια ζωή. Αντίθετα, η νέα εκκοσμικευμένη αντίληψη του Διαφωτισμού, υποστήριζε τη δυνατότητα του ανθρώπου να αλλάξει τον επίγειο κόσμο προς το καλύτερο, προσαρμόζοντάς τον στις ανάγκες του, με τη βοήθεια της
επιστήμης και του Λόγου(δηλαδή της λογικής).
Ο συνδυασμός των αρχών της ατομικής ελευθερίας και του ορθολογισμού είχε ριζοσπαστικά ανατρεπτικές συνέπειες στην πολιτική σκέψη και τις μορφές διακυβέρνησης, τόσο στο ατομικό όσο και στο συλλογικό επίπεδο. Σε ατομικό επίπεδο προβλήθηκαν και στη συνέχεια καθιερώθηκαν ορισμένα ατομικά δικαιώματα, που θεωρήθηκαν πανανθρώπινα, φυσικά και αναπαλλοτρίωτα, αφού χωρίς αυτά ήταν αδύνατο το άτομο να αναπτύξει αυτόνομα την προσωπικότητά του και να πετύχει την ευημερία. Τα σημαντικότερα από αυτά ήταν η ελευθερία της έκφρασης, ο σεβασμός στην ανθρώπινη ζωή και την προσωπική ελευθερία, καθώς και το δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας. Σε συλλογικό επίπεδο, οι σημαντικότερες πολιτικές μεταβολές του τέλους του 18ου αιώνα (με κυριότερους σταθμούς την Αμερικανική και τη Γαλλική Επανάσταση), ήταν η καθιέρωση αντιπροσωπευτικών δημοκρατικών συστημάτων διακυβέρνησης, στο πλαίσιο της εξισωτικής πολιτικής κοινότητας του έθνους-κράτους(βασισμένων στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, δηλαδή στην ανάδειξη των κυβερνώντων από το λαό, που είναι το σύνολο των ενήλικων ελεύθερων πολιτών, μέσα από εκλογικές διαδικασίες ανά τακτά χρονικά διαστήματα) και το δικαίωμα συμμετοχής των πολιτών σε συλλογικές οργανώσεις, που διεκδικούν πολιτικά ή άλλα αιτήματα. Σημαντικότερη μορφή τέτοιας συλλογικής οργάνωσης είναι τα κόμματα, που, ιδεοτυπικά, εκφράζοντας διαφορετικά και πολλές φορές αλληλοσυγκρουόμενα κοινωνικά συμφέροντα, με συνεκτικό δεσμό ορισμένες πολιτικές αρχές και αξίες, ανταγωνίζονται ελεύθερα για την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, ώστε να εφαρμόσουν στην πράξη τις ιδέες τους ως κυβέρνηση. Φορέας έκφρασης των αιτημάτων για ατομικά και πολιτικά δικαιώματα ήταν η αναδυόμενη τότε, στα πλαίσια του εμπορικού καπιταλισμού, αστική τάξη εμπόρων, ιδιοκτητών και κεφαλαιούχων, που εκτόπισε το φεουδαρχικό σύστημα παραγωγής. Η θεσμική έκφραση και κατοχύρωση των δικαιωμάτων αυτών(εκλογές, ελευθερία του Τύπου κτλ) συνιστά την πολιτική δημοκρατία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου