Σάββατο 24 Μαρτίου 2012

Πολιτική και κοινωνική δημοκρατία. Εξίσωση ή δίλημμα; Μέρος Γ'

.....του Ραφαήλ Παπαδόπουλου




   3. Οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι εκφυλισμού της πολιτικής δημοκρατίας: Από την οικονομική ελευθερία και την επιχειρηματικότητα στον οικονομικό ολοκληρωτισμό της Νέας Δεξιάς



Η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς έχει τις ρίζες της στην οικονομική διάσταση της φιλελεύθερης ιδεολογίας. Συγκεκριμένα, η συλλογική ευημερία προκύπτει από την ελευθερία του κάθε ατόμου να επιδιώκει και να υλοποιεί τα συμφέροντά του, χωρίς καμία κρατική ή άλλη παρέμβαση, εφόσον αυτό γίνεται με σεβασμό στην ελευθερία και τα δικαιώματα των συμπολιτών του. Τα άτομα θεωρούνται ικανά να προσδιορίσουν και να πραγματώσουν τους στόχους τους με τον ορθό λόγο. Στην οικονομική σφαίρα, η λογική αυτή εκφράστηκε από τα «κλασσικά οικονομικά» των Smith και Ricardo τον 18ο αιώνα. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, η οικονομική ανάπτυξη επιτυγχάνεται μέσα από ένα σύστημα ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ ορθολογικών ατόμων, τόσο παραγωγών όσο και καταναλωτών, το οποίο, χωρίς καμία ανάγκη κρατικής παρέμβασης, βελτιώνει αυτόματα την ποιότητα και την ποσότητα των παραγόμενων προϊόντων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του καταναλωτικού κοινού. Συνεπώς, η «ελεύθερη αγορά», τείνει αυτόματα σε μία φυσική αρμονία(όπως οι δυνάμεις της φύσης) μέσω ενός «αόρατου χεριού», το οποίο διαχέει τον παραγόμενο πλούτο με δίκαιο τρόπο σε όλη την κοινωνία. Στα πλαίσια αυτά, οποιαδήποτε έξωθεν παρέμβαση στην ελεύθερη επιχειρηματικότητα και την ιδιωτική πρωτοβουλία, διαταράσσει αυτή την αρμονία δημιουργώντας
στρεβλώσεις.

Η οικονομική αυτή θεωρία ήταν κυρίαρχη, με τη μορφή του εμπορικού καπιταλισμού, στη δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ, μέχρι την οικονομική κρίση του 1929, οπότε και εγκαταλείφθηκε σταδιακά χάριν του οικονομικού προστατευτισμού, και μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, χάριν του κενσιανισμού (της οικονομικής θεωρίας που υποστηρίζει την παρέμβαση του κράτους για την αύξηση της ενεργού ζήτησης, μέσω αυξημένων δημοσίων δαπανών, ώστε να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η ανάπτυξη και τα κρατικά έσοδα). Στο μοντέλο αυτό στηρίχτηκε και το μεταπολεμικό κράτος πρόνοιας με παράλληλη αποδοχή των βασικών αρχών της ελεύθερης αγοράς(σοσιαλισμός της αγοράς) σε ΗΠΑ και Ευρώπη, όπου όλες οι κυβερνήσεις, σοσιαλδημοκρατικές και μη, ανέλαβαν ενεργό ρόλο στην παροχή ορισμένων απαραίτητων για τη συλλογική ευημερία κοινωνικών αγαθών(δωρεάν δημόσια υγεία παιδεία, εργατική ασφάλιση κτλ), εθνικοποιώντας κάποιους κρίσιμης σημασίας τομείς της οικονομίας(π.χ ενέργεια). Ο απότομος τερματισμός όμως της μακρόχρονης υψηλής ανάπτυξης και ευημερίας από τα μέσα της  δεκαετίας του 1970, επανέφερε στο προσκήνιο τις κλασσικές οικονομικές θεωρίες περί ελεύθερης αγοράς, με μία πολύ επιθετικότερη και ριζοσπαστική μορφή: τον οικονομικό νεοφιλελευθερισμό της Νέας Δεξιάς.

Η Νέα Δεξιά, ως οικονομικό και πολιτικό δόγμα, συνδυάζει την αταλάντευτη πίστη στην απολύτως ελεύθερη οικονομική ιδιωτική πρωτοβουλία(με αιχμή του δόρατος την άκρατη εξιδανίκευση της εργατικότητας, την πειθαρχία και την επιχειρηματικότητα) με έναν κοινωνικό συντηρητισμό, που δίνει έμφαση στη δημόσια ασφάλεια την κοινωνική σταθερότητα και τις παραδοσιακές αξίες(π.χ οι ακραίοι Ρεπουμπλικάνοι του Tea Party στις ΗΠΑ). Η πολιτική της Νέας Δεξιάς, που αναδείχτηκε από τα μέσα της δεκαετίας του 1980( με την πολιτική του Reagan στις ΗΠΑ και της Thatcher στην Αγγλία), απευθύνει στο κοινωνικό κράτος κενσιανικού τύπου δύο κατηγορίες: Πρώτον, ότι η συνεχής αύξηση των δημοσίων δαπανών για τη συντήρηση του κράτους πρόνοιας εξαντλεί τους οικονομικούς πόρους του δημοσίου, και άρα είναι βλαπτική και βραχυπρόθεσμη, και δεύτερον, ότι το κράτος πρόνοιας καθιστά το άτομο νωθρό και εξαρτημένο από την κρατική συνδρομή, υπονομεύοντας την εργατικότητα και το επιχειρηματικό πνεύμα στην κοινωνία. Για τη Νέα Δεξιά, που απορρίπτει εντελώς τα συνδικάτα και τη διεκδίκηση κράτους πρόνοιας, το κράτος πρέπει να περιοριστεί σε ρόλο «νυχτοφύλακα», αναλαμβάνοντας μόνο τη δημόσια τάξη και την εθνική Άμυνα, και αφήνοντας όλα τα άλλα σε ιδιώτες(ελάχιστο κράτος). Σε μία αντίληψη που θεωρεί ότι αυτοί που προοδεύουν οικονομικά εν τέλει είναι αυτοί που πραγματικά το αξίζουν, οι εργατικοί και δημιουργικοί, φαινόμενα όπως η ανεργία και η φτώχεια, θεωρούνται περίπου φυσικά, οφειλόμενα στη νωθρότητα και την ανικανότητα αυτών που τα υφίστανται(οικονομικός δαρβινισμός, νόμος η επιβίωση του καταλληλότερου και ισχυρότερου). Η φιλοσοφική και οικονομική θεμελίωση του δόγματος της Νέας
Δεξιάς οφείλεται αντίστοιχα στις ιδέες του Robert Nozick και του Milton Friedman, ο οποίος ήταν ο ιδρυτής της περίφημης «σχολής του Σικάγου» στα μέσα της δεκαετίας του 1950.

Την κυριαρχία του οικονομικού δόγματος της ελεύθερης αγοράς στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη επέτεινε και νομιμοποίησε η κατάρρευση του αντίπαλου συστήματος του κρατικού σοσιαλισμού στην ανατολική Ευρώπη το 1989-91. Η θριαμβολογία και η πίστη στην τελική κυριαρχία της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του καπιταλισμού της αγοράς, ήταν τόσο έντονη σε Ευρώπη και ΗΠΑ, ώστε ακόμη και μετά την κρίση του 2008, που δείχνει τις αδυναμίες και τις καταστροφικές συνέπειες του απορρυθμισμένου καπιταλισμού, συνέχισε να εφαρμόζεται στην ΕΕ η ίδια πολιτική, που προκάλεσε την κρίση. Στις ΗΠΑ η κυβέρνηση Ομπάμα προσπάθησε, με όχι ιδιαίτερη επιτυχία και λυσσαλέες εσωτερικές αντιδράσεις να εισάγει στοιχειώδες κράτος πρόνοιας και να φορολογήσει τις ισχυρές οικονομικά πολυεθνικές εταιρείες και επιχειρήσεις, οι οποίες μέχρι πρότινος ήταν αφορολόγητες με το πρόσχημα της «ενθάρρυνσης της επιχειρηματικότητας». Η ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζεται με θρησκευτικό δογματισμό σε όλες τις χώρες της ΕΕ τα τελευταία 2 χρόνια, με την
ενεργό συνδρομή του ΔΝΤ και των κορυφαίων θεσμικών οργάνων της Ένωσης, τα οποία την επιβάλλουν εκβιαστικά υπό την επιρροή του οικονομικά ισχυρού βορρά, χρησιμοποιώντας το δίλημμα «δημοσιονομική εξυγίανση ή χρεοκοπία και διάλυση», βασίζεται στο τρίπτυχο αύξηση φόρων-δραστικός περιορισμός κράτους πρόνοιας και δημοσίων δαπανών- απορρύθμιση εργασιακών σχέσεων. Τα στοιχεία αυτά, που υποτίθεται ότι στοχεύουν στην «οικονομική εξυγίανση», την «παραγωγικότητα» και την «ανταγωνιστικότητα», έχουν φέρει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, αφού δεν έχουν συνοδευτεί από μέτρα αναθέρμανσης της οικονομίας, ελέγχου και φορολόγησης των διεθνών ροών κεφαλαίου. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα, η υπερφορολόγηση και η μείωση των μισθών και των συντάξεων του Δημοσίου, είναι η εύκολη και άμεση λύση, η οποία όμως διαλύει τη μεσαία τάξη, που τόσα χρόνια κινούσε την οικονομία μέσω της κατανάλωσης. Έτσι προκαλείται ύφεση, η οποία απαιτεί νέες περικοπές και φόρους για να επιτευχθούν οι μη καλυφθέντες (λόγω ύφεσης) δημοσιονομικοί στόχοι. Αυτός ο φαύλος κύκλος προκαλεί φτώχεια, ανεργία και κοινωνική απόγνωση, η οποία επιτείνεται από το γεγονός ότι οι τράπεζες δεν έχουν συμβάλλει καθόλου στο κόστος της κρίσης και αντίθετα ενισχύονται συνεχώς με νέα πακέτα βοήθειας από τα κράτη, παρά τον καίριο ρόλο του αλόγιστου τραπεζικού δανεισμού στην εκδήλωση της κρίσης, όπως επίσης επιτείνεται από πολλά κρούσματα διαφθοράς και ατιμωρησίας στην πολιτική τάξη και τον κρατικό μηχανισμό. Οι συνθήκες αυτές μπορούν εν μέρει να δικαιολογήσουν τις προαναφερθείσες κατηγορίες απλών πολιτών και ριζοσπαστικών κινημάτων της Νέας Αριστεράς κατά των συμβατικών πολιτικών θεσμών για διάβρωση, ανεπάρκεια και διαφθορά, όχι όμως και τα αιτήματα για κατάργηση και υπέρβαση των θεσμών αυτών.


Διαβάστε τα Α΄ μέρος εδώ
Διαβάστε το Β΄μέρος εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου