Δευτέρα 24 Ιουνίου 2013

Κουκουλοφόρος ετών πενήντα

...του Νίκου Βράντση


Βρεθήκαμε τις προάλλες με φίλους του dubium έξω από την ΕΤ3, για να κρεμάσουμε κάποια καπέλα έξω από το κτήριο της Στρατού. Ένας συμβολισμός για το “καπέλωμα”. Κάτω από τα καπέλα αφήσαμε ένα τετράδιο με σκοπό όποιος έχει κάτι να καταθέσει να πιάσει το στυλό και να το γράψει.

Ένας κύριος μας γυρόφερνε, από την ώρα που βρεθήκαμε στον χώρο. Μαζί μας, εκεί. Ακολουθούσε πιστά. Όταν τοποθετήσαμε το τετράδιο, άρπαξε το στυλό και ξεκίνησε να γράφει.
“Οι ομολογιούχοι πρέπει να δικαιωθούν” διάβασα φωναχτά την πρώτη φράση που έγραψε. Δε μίλησε. Συνέχισε, τελείωσε αυτό που ήταν να γράψει και απάντησε:


Εμένα φίλε μου που με βλέπεις έχασα δυο εκατομμύρια από αυτό το καταραμένο το κούρεμα. Ούτε τραπεζίτης είμαι, ούτε ταμείο. Και όμως καταστράφηκα Και όλα λεφτά δουλεμένα. Εδώ μέσα οι μισοί ούτε το μικρό τους δακτυλάκι δε κουνάνε. Τα ξέρω από τον κουμπάρο μου. Στις 9 πιάνανε δουλειά, στις 13:00 ερχόταν στο μαγαζί να πιεί το τσιπουράκι του. Όποτε τον ρωτούσα τί γίνεται με τη δουλειά, το μάτι μου έκλεινε. Τέτοια βύσματα ήταν οι περισσότεροι. Αλλά εγώ δεν ήμουν σαν και αυτούς. Στην οικοδομή ξεκίνησα, με μεροκάματα. Με ιδρώτα και δουλειά πραγματική έχτισα ότι έχτισα. Και σε μια στιγμή, σκόνη. Και ποιος είπε για μας; Αλλά φταίω. Όλη μέρα με τη γυναίκα μου στο πένθος για τα γαμημένα τα λεφτά. Όλη μέρα να κλαίμε για το τί πάθαμε και τί μας βρήκε. Και έπεσε η κόρη μου σε κατάθλιψη. Αλλά εμείς εκεί. Σημασία καμία στο παιδί. Όλο το κλάμα για τα λεφτά. Μέχρι που την χάσαμε. Αυτοκτόνησε. Και ο γιος μου στον ψυχίατρο. Είκοσι χρονών παλικάρι και το κορίτσι μου εικοσιπέντε. Ποιος θα μου φέρει εμένα πίσω το κορίτσι μου, μου λες; Ποιος; Τα λεφτά; Να μην μπω εγώ τώρα σε μια τράπεζα να τα κάνω όλα μπουρλότο;


Μια γκρίζα φυσιογνωμία, αδιάφορη ήταν για μένα ο κύριος αυτός με το λευκό πουκάμισο. Μονάχα όταν άνοιξε το στόμα του κατάλαβα γιατί ήταν έτσι σμπαράλια τα μάτια του. Γιατί το άσπρο του πουκάμισο είχε γκριζάρει. Μόνο όταν άνοιξε το στόμα του άρχισα να παρατηρώ προσεκτικά τί έκρυβε πίσω από τους εξοργισμένους αστραφτερούς καθρέπτες.

Τί συμπέρασμα βγάζετε για τον κύριο της ιστορίας μας εσείς; Eπιτρέψτε μου να σας πω το δικό μου. Αυτός ο κύριος, αγαπητοί μου φίλοι, δεν θα κάνει επανάσταση. Δεν μπορεί να κάνει επανάσταση. Είναι καταδικασμένος να εξεγερεθεί. Γιατί όλα τα όνειρά του προδόθηκαν. Καί ότι για χρόνια έχτιζε σε μια στιγμή διαλύθηκε. 

Αυτός ο κύριος, δε την μπορεί τη δημιουργία, γιατί ότι δημιούργησε το έχασε. Την καταστροφή ζητά. Δεν έχει σκοπό να μεταλλάξει κανέναν εαυτό και καμία κοινωνία ώστε να μην συμβεί σε κανέναν αυτό που έγινε στον ίδιο.

Θα βάλει μια κουκούλα και θα κάψει. Όχι για μια ιδέα. Μα για το γαμώτο. Για ένα παρελθόν που έχασε. Για την κόρη του που αυτοκτόνησε και τον γιο του που δεν άντεξε το πένθος για τα χρήματα. Θα καταστρέψει όχι για να ξαναδημιουργήσει, μα για να χορέψει με ηδονή πάνω από τις στάχτες. Και εγώ δεν μπορώ παρά να τον δικαιολογήσω. Είναι η αυτοτιμωρία του, η λύτρωσή του. Και με φόβο θα περιμένω το πότε.

Εύχομαι μόνο να μη σταματήσει να μιλά. Να μη πάψουν να υπάρχουν τα αυτιά που θα τον ακούν να ξερνά με λέξεις τον πόνο που κρύβει μέσα του. Να μη πάψουν να υπάρχουν τα χαρτιά όπου θα ξερνά με μελάνι αυτό που κουβαλά. Γιατί τότε είναι που θα αρχίσει τον χορό του. Αυτόν της καταστροφής και της αυτοκαταστροφής του.

Αλίμονο με το μέλλον που χτίζουν για εμάς..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου